Η µουσική στα ελληνικά εκπαιδευτήρια της Θράκης
Οι πρώτες αναφορές που έχουµε περί οργανωµένης διδασκαλίας της µουσικής στο πρώτο µισό του 19ου αιώνα αφορούν την εκµάθηση της εκκλησιαστικής βυζαντινής ψαλτικής σε οµάδες παιδιών από ιερείς ή ιεροψάλτες, παράλληλα µε την εκµάθηση ανάγνωσης, γραφής και θρησκευτικών κειµένων (Απόστολος, Οκτώηχος, Ψαλτήρι κ.ά.)1. Τα µαθήµατα, που υφίσταντο και κατά τους προηγούµενους αιώνες µετά την άλωση, γινόντουσαν αρχικά κατ’ ιδίαν ή στον χώρο της εκκλησίας. Εξαίρεση αποτελούσαν οι Πατριαρχικές Μουσικές Σχολές, οι οποίες από τις αρχές του 18ου αιώνα και ύστερα, αποτελούσαν κέντρα διδασκαλίας της βυζαντινής εκκλησιαστής µουσικής. Με την ανάπτυξη του εκπαιδευτικού συστήµατος και το χτίσιµο των σχολείων το µάθηµα της εκκλησιαστικής µουσικής εντάχθηκε στα περισσότερα σχολεία της Θράκης 2. Ήδη από το δεύτερο µισό του 19ου αιώνα η διδασκαλία της µουσικής (φωνητικής και οργανικής) υφίσταται σε επίλεκτα Παρθεναγωγεία της Κωνσταντινούπολης, όπως το ιδιωτικό της Φιλόµουσης Εταιρείας «Παλλάς» που ιδρύθηκε το 1874, το Ζάππειο Εθνικό Παρθεναγωγείο που ιδρύθηκε το 1875 και το Αµερικανικό Κολλέγιο στο Σκούταρι. Επίσης το µάθηµα της µουσικής διδάσκεται στο Ζωγράφειο Γυµνάσιο της Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητας Σταυροδροµίου3. Από το αναλυτικό πρόγραµµα του Πρότυπου Ελληνογαλλικού Λυκείου που ιδρύεται το 1910 στο Πέραν της Κωνσταντινούπολης βλέπουµε ότι το µάθηµα της ωδικής διδάσκεται σε όλα τα έτη της επτατάξιας Αστικής Σχολής και του τετραετούς Γυµνασίου του Ελληνικού Τµήµατος. Κατά τα δύο πρώτα έτη της Αστικής Σχολής διδάσκονται µονόφωνα άσµατα, στο τρίτο έτος εισάγονται και τα δίφωνα άσµατα, ενώ στο πέµπτο έτος εισάγονται και τα τρίφωνα. Στο Γυµνάσιο διδάσκονται τρίφωνα και τετράφωνα
άσµατα, ενώ προβλέπεται και διδασκαλία οργάνων (πιάνου, πλαγιαύλου, βιολιού και άλλων εγχόρδων), καθώς και θεωρητική διδασκαλία της µουσικής4. Στην Αδριανούπολη, ήδη από το 1880, διδάσκεται στα σχολεία η βυζαντινή εκκλησιαστική µουσική. Σε σχετική µελέτη για την εκπαίδευση στη συγκεκριµένη πόλη αναφέρεται το όνοµα του Παναγιώτη Παπαευθυµίου ως διδασκάλου της Βυζαντινής Μουσικής, µεταξύ άλλων που δίδαξαν στις αστικές και δηµοτικές σχολές5. Μάλιστα η διδασκαλία της µουσικής, έστω και ως φωνητική πράξη άνευ θεωρίας, επιβεβαιώνεται ότι υφίσταται και πριν από το 1880 στα δύο Νηπιαγωγεία και στη Μασσαλιωτική ∆ηµοτική Σχολή (ιδρυθείσα το 1879) του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Αδριανούπολης, αφού από τις Λογοδοσίες του Συλλόγου προκύπτει ότι τα νήπια και οι µαθητές των προαναφερόµενων ιδρυµάτων συµµετέχουν στις ετήσιες επετειακές γιορτές του Συλλόγου ψάλλοντας ύµνους6. Στη Λογοδοσία του έτους 1889, όπου καταγράφεται αναλυτικά το πρόγραµµα µαθηµάτων της Μασσαλιωτικής ∆ηµοτικής Σχολής, αναφέρεται επίσης το µάθηµα της ωδικής και στις τρεις τάξεις της Σχολής, οι οποίες αντιστοιχούν στην γ΄, δ΄ και ε΄ τάξη των αστικών σχολών της εποχής εκείνης, όπως και η διδασκαλία ασµάτων στο Νηπιαγωγείο Γενή Ιµαρέτ του Συλλόγου7. Επίσης γνωρίζουµε ότι ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα λειτουργεί τµήµα ενόργανης µουσικής στο Ελληνικό Γυµνάσιο Αδριανούπολης και υφίστανται µαθητικές ορχήστρες τόσο του Γυµνασίου όσο και του Ζαππείου Παρθεναγωγείου, οι οποίες συµµετέχουν σε σχολικές εορτές παρουσιάζοντας διάφορα µουσικά τεµάχια8. Επιπρόσθετα, στην από 4ης Ιουνίου 1907 έκθεση του Γυµνασιάρχη Αδριανούπολης, κου ∆. Σάρρου, σχετικά µε τη σχολική εκπαίδευση της περιφέρειας του Προξενείου Αδριανούπολης, αναφέρεται ότι στα δηµοτικά σχολεία της περιοχής [στην Αδριανούπολη και στα προάστιά της, Κάραγατς και Ιλδιρίµιο, στο ∆ιδυµότειχο, στις Σαράντα Εκκλησίες, στο Σκοπό, στο Ορτάκιοϊ, στη Βιζύη, στη Μακρά Γέφυρα (Ουζούν-Κιοπρού) κ.α.] διδάσκεται το µάθηµα της «µουσικής φωνητικής» και στα νηπιαγωγεία της περιοχής διδάσκονται άσµατα9. Στο Σουφλί, στα ∆ηµοτικά Σχολεία και στο Γυµνάσιο διδάσκεται το µάθηµα της µουσικής, τόσο σε επίπεδο ωδικής, όσο και σε επίπεδο εκµάθησης οργάνου, ίσως και από την ίδρυσή τους. Το γεγονός πιστοποιείται από τις πάµπολλες φωτογραφίες-τεκµήρια που έχουµε στη διάθεσή µας µε τις µαντολινάτες δηµοτικών σχολείων από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα, αλλά και από τις προφορικές µαρτυρίες παλαιών Σουφλιωτών, οι οποίοι πρόλαβαν να γίνουν φορείς µιας µουσικής παράδοσης που δυστυχώς χάθηκε µε την πάροδο του χρόνου. Από τη δεκαετία του 1920 διατηρούνται φωτογραφίες από τη Μαντολινάτα του Γυµνασίου Σουφλίου µε διευθυντή τον Σταύρο Βραχάµη και από τη Μαντολινάτα του Β΄ ∆ηµοτικού Σχολείου, η οποία είναι δηµιούργηµα του Γεωργίου Τσιτσιπάπα10. Ο θαυµάσιος αυτός άνθρωπος και µουσικός ίδρυσε παιδική µαντολινάτα και στο ∆ιδυµότειχο, όπου δίδασκε αφιλοκερδώς µουσική στα παιδιά. Αυτός ανακάλυψε το φωνητικό ταλέντο του τενόρου Νικόλαου Χατζηνικολάου, η φωνή του οποίου κόσµησε για µία εικοσαετία περίπου την Εθνική Λυρική Σκηνή. Από προφορική µαρτυρία του Χατζηνικολάου γνωρίζουµε ότι ο Τσιτσιπάπας τού δίδαξε ένα ρεπερτόριο που περιελάµβανε Lieder του Schubert και άριες από γνωστές ιταλικές όπερες, δηλαδή ένα ιδιαίτερα ποιοτικό µουσικό ανθολόγιο που το χρησιµοποιούσε και στις µαντολινάτες του. Στα Αρχιγένεια και στα Ελένεια Εκπαιδευτήρια (Παρθεναγωγεία και Αρρεναγωγεία αντίστοιχα) που ιδρύθηκαν στους Επιβάτες από τον γιατρό Σαράντη Αρχιγένη τα πρώτα το 1857 και από τη σύζυγό του Ελένη ΦανερλήΑρχιγένη τα δεύτερα το 1868, οι µαθητές αλλά και οι µαθήτριες διδασκόντουσαν βυζαντινή και ευρωπαϊκή µουσική. Μάλιστα ο ίδιος ευεργέτης έχτισε το 1863 εκκλησία των Τεσσαράκοντα Μαρτύρων για τον αποκλειστικό εκκλησιασµό των µαθητών, στην οποία οι µαθήτριες έψαλλαν αριστερά και οι µαθητές δεξιά. Ευρωπαϊκή µουσική δίδασκε ο ηπειρώτης Θεόδωρος Κουντουράς, ο οποίος είχε σπουδάσει στην Ελβετία11. Στον Σκοπό της Ανατολικής Θράκης (περιφέρεια Σαράντα Εκκλησιών) διδάσκει τη βυζαντινή εκκλησιαστική µουσική ο Οικονόµος Παπασταυρής, ο οποίος είχε σπουδάσει στην Κωνσταντινούπολη, όπου υπήρξε ένας από τους πρώτους µαθητές της Σχολής της νέας µεθόδου του Χρύσανθου της Μαδύτου. Ο Παπασταυρής διδάσκει κατά την περίοδο 1860-1880 ουσιαστικά για την κάλυψη των αναγκών του εκκλησιαστικού Χορού12. Η Ανατολική Ρωµυλία υπήρξε ένα από τα κύρια οικονοµικά κέντρα της Οθωµανικής Αυτοκρατορίας κατά τον 19ο αιώνα. Η ελληνική κοινότητα είχε αναπτύξει µία αστική τάξη µε εξαιρετικές οικονοµικές δυνατότητες, µέσω της ενασχόλησης µε την χειροποίητη και τη βιοµηχανική παραγωγή, το εµπόριο και τις συγκοινωνίες13. Όσον αφορά τα Ζαρίφεια ∆ιδασκαλεία της Φιλιππούπολης, τα οποία ιδρύθηκαν το 1875, γνωρίζουµε ότι η µουσική (φωνητική και οργανική) συµπεριλαµβανόταν από το 1879 στο πρόγραµµα µαθηµάτων τόσο του Κεντρικού Ελληνικού Παρθεναγωγείου τους, όσο και του Αρενναγωγείου, στα οποία δίδαξε ο Γερµανός µουσικοδιδάσκαλος Adolf Gebauer. Η διδασκαλία της διατηρήθηκε αδιαλείπτως µέχρι την παύση της λειτουργίας των ∆ιδασκαλείων που επήλθε µε την κατάλυση της ελληνικής Κοινότητας από τους Βούλγαρους το 1906. Η µουσική µαζί µε άλλα καλλιτεχνικά µαθήµατα (π.χ. καλλιγραφία και ιχνογραφία) εισήχθησαν ως νεωτερισµοί κατά την αναδιοργάνωση του συνόλου των ελληνικών σχολείων της Φιλιππούπολης που έλαβε χώρα το 1874 σύµφωνα µε τα νεώτερα ευρωπαϊκά πρότυπα, γεγονός που αφήνει ανοιχτό το ενδεχόµενο της διδασκαλίας της µουσικής και σε άλλα ελληνικά εκπαιδευτήρια της πόλης για τα οποία δυστυχώς δεν έχουµε σχετικές πληροφορίες14. Στη Βάρνα ιδρύθηκε το 1889 ειδικό σχολείο για κορίτσια, το Institut de Musique et de langue française Piano Forte, στο οποίο τα κύρια µαθήµατα ήταν η µουσική και η γαλλική γλώσσα. Επίσης, τόσο στη Φιλιππούπολη, όσο και στη Βάρνα και πιθανώς και σε άλλες πόλεις της Ανατολικής Ρωµυλίας µαθήµατα φωνητικής και οργανικής µουσικής και των σχετικών θεωρητικών µαθηµάτων έδιναν και τα µουσικά τµήµατα των Συλλόγων που διατηρούσαν µουσικά σχήµατα (φιλαρµονική, καµεράτα, χορωδία κ.ά.). Μάλιστα υπήρχε η δυνατότητα διδασκαλίας ιδιαίτερα µεγάλης γκάµας οργάνων (πιάνο, µαντολίνο, κιθάρα, φλάουτο, φλογέρα, πίκολο, όµποε, κλαρινέτο, κόρνο, βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο κ.ά.), όπως επίσης και βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής αφού τα χορωδιακά τµήµατα των διαφόρων Συλλόγων έψελναν συχνά στις εκκλησίες των κοινοτήτων15. Ακόµα και µετά την µικρασιατική καταστροφή, µόλις οι συνθήκες το επιτρέπουν, το µάθηµα της µουσικής εισάγεται από εµπνευσµένους διευθυντές υπό τη µορφή τµηµάτων µουσικής πράξης. Χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί το Ορφανοτροφείο Αρρένων Ξάνθης όπου το 1923 η διευθύντρια Τερψιχόρη Ψάλτου - Ιωαννίδου παραλαµβάνει 350 παιδιά κάθε ηλικίας, από τα οποία τα 325 φέρουν πληγές στο σώµα τους από τις ψείρες και την απουσία της στοιχειώδους υγιεινής. Μέσα σε λίγα χρόνια η αείµνηστη παιδαγωγός καταφέρνει να λειτουργήσει στο εν λόγω ίδρυµα πλήρες εξατάξιο δηµοτικό σχολείο και γυµνάσιο, στα οποία οργανώνει και τµήµατα µουσικής
Η µουσική στους ελληνικούς συλλόγους της Θράκης Στην Κωνσταντινούπολη ιδρύεται το 1863 ο Μουσικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως µε κύριο αντικείµενο την βυζαντινή εκκλησιαστική µουσική, δέκα χρόνια πριν την ίδρυση του αντίστοιχου Συλλόγου στην Αθήνα. Τα µέλη του είναι διακεκριµένοι ιεροψάλτες, µουσικοί και µουσικοδιδάσκαλοι της Πόλης, πολλοί από τους οποίους παρήγαγαν σηµαντικό συγγραφικό και συνθετικό έργο (π.χ. Βιολάκης Γεώργιος, Κηλτζανίδης Παναγιώτης και Ζωγράφος Ιωάννης)17. Το 1896 καθιερώνεται η λειτουργία Πατριαρχικής Μουσικής Επιτροπής. Το 1898 ιδρύεται από τα µέλη της προαναφερθείσας επιτροπής ο «εν Κωνσταντινουπόλει Εκκλησιαστικός Μουσικός Σύλλογος» µε σκοπό, σύµφωνα µε το άρθρο 1 του Kανονισµού, τη θεωρητική και πρακτική εξέταση, ανάπτυξη και καλλιέργεια της ελληνικής εθνικής µουσικής, εκκλησιαστικής και εξωτερικής, τη µελέτη της ιστορίας της από την αρχαιότητα έως του παρόντος, τη συγκριτική µελέτη της ως προς τη µουσική άλλων εθνών, ανατολικών και δυτικών, αρχαίων και νεώτερων, καθώς και «την ακριβή διόρθωσιν, επιστηµονικώς τε και τεχνικώς, και ανύψωσιν εις το αρχαίον και γνήσιο µέλος, προς δε και την εντελή εκµάθησιν αυτής». Στο άρθρο 2 προβλέπεται η ίδρυση Μουσικής Σχολής, ως ένα από τα µέσα για την επίτευξη των σκοπών του Συλλόγου, η οποία όµως, σύµφωνα µε το άρθρο 47, ασχολείται αποκλειστικά µε τη συστηµατική διδασκαλία της εκκλησιαστικής µουσικής στην οµογενή νεολαία και µε την εκπαίδευση δόκιµων ιεροψαλτών και µουσικοδιδασκάλων. Για την επίτευξη των σκοπών του Συλλόγου προβλέπεται επίσης η αποστολή λογίων µουσικοδιδασκάλων στην Ευρώπη για την εκµάθηση της ευρωπαϊκής µουσικής, αλλά και για την ανεύρεση αρχαίων µουσικών χειρογράφων µε σκοπό την έκδοση του έργου των αρχαίων Ελλήνων µουσικών συγγραφέων. Η Μουσική Σχολή λειτούργησε άµεσα, όπως προκύπτει από τον αναθεωρηµένο Κανονισµό που ψηφίσθηκε τον Φεβρουάριο του 1902, ο οποίος αναφέρεται στην συντηρούµενη υπό του Συλλόγου Μουσική Σχολή18. Οµοίως µεγάλη ανάπτυξη και διάδοση παρουσιάζει και η µουσική δυτικού προσανατολισµού. Ο Μουσικός Σύλλογος «Ορφεύς», που ιδρύεται το 1889 στο Φανάρι, διοργανώνει συναυλίες µε την περίφηµη Χορωδία του που διευθύνει ο διάσηµος Ιταλός µουσικός R. Ricci, ο οποίος µελοποίησε τον ύµνο του Ορφέως του ποιητή Αλέξανδρου Ραγκαβή. Στην υψηλή µουσική δραστηριότητα του Φαναρίου συµβάλλουν επίσης η «Μανδολινάτα Φαναρίου» υπό τη διεύθυνση του Στέφανου Στάγγαλη, διάφοροι Όµιλοι Ερασιµόλπων που επιδίδονται σε βραδινές καντάδες στα στενά σοκάκια και µια σειρά από πιανίστριες που ερµηνεύουν κυρίως έργα διάσηµων ευρωπαίων µουσουργών (Αιµιλία Παπαδηµητρίου, Ελένη Κεσίσογλου, Αργυρώ Αντωνιάδου, Σοφία Σπανούδη κ.ά.). Το 1910 ιδρύεται Μανδολινάτα και στην κοινότητα της Ξυλόπορτας από τον Μ. Μαρανιτίδη.19 Επίσης στα Ταταύλα δραστηριοποιείται ο Ποδοσφαιρικός και Μουσικός Σύλλογος «Ο Αστήρ» που ιδρύεται το 1908 και ο Μουσικός Σύλλογος «Αµφίων» που ιδρύεται το 1911 µε σκοπό τη διδασκαλία της ενόργανης µουσικής20. Στην Αδριανούπολη συστήνεται το 1887 Φιλαρµονικό Τµήµα µε έγχορδα και πνευστά όργανα στον Φιλεκπαιδευτικό Σύλλογο Αδριανούπολης21. Στην ίδια πόλη, ο Μουσικός Όµιλος Ιλδιµιρίου «Ορφεύς» διατηρεί Φιλαρµονική τουλάχιστον από την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα. Στις Σαράντα Εκκλησιές υφίσταται η Καµεράτα του Μουσικού Οµίλου «Αρίων» από το τέλος του 19ου αιώνα, καθώς και η Μαντολινάτα του Συλλόγου Κυριών και ∆εσποινίδων «Ήβη» τουλάχιστον από τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα22. Ο «Αρίων», που ιδρύθηκε το 1895, κάλεσε από την Ιταλία τον µουσικοδιδάσκαλο Giorgio Frangeschetti, ο οποίος κατόρθωσε να δηµιουργήσει την προαναφερθείσα Καµεράτα πνευστών και εγχόρδων οργάνων, ένα σύνολο ιδιαίτερα υψηλών προδιαγραφών για την εποχή και τον τόπο εκείνο. Στον Σκοπό ιδρύεται το 1908 ο Σύλλογος Κυριών και ∆εσποινίδων «Η Ελπίς», ο οποίος σε σύντοµο χρονικό διάστηµα καταρτίζει γυναικεία Μανδολινάτα υπό τη διεύθυνση της Προέδρου του Συλλόγου και ∆ιευθύντριας του Παρθεναγωγείου Ελπινίκης Αλεξιάδου. Ο Σύλλογος έδινε και θεατρικές παραστάσεις, στα διαλείµµατα των οποίων παρουσιαζόταν η Μανδολινάτα. Στην Αρκαδιούπολη (Λουλέ Μπουργκάζ) υπήρχε Καµεράτα εγχόρδων (κυρίως βιολιών), η οποία προσκεκληµένη συµµετείχε σε γιορτές και χοροεσπερίδες, ακόµα και σε άλλες πόλεις, ψυχαγωγώντας το ακροατήριο µε ευρωπαϊκή µουσική (βαλς, πόλκες, µαζούρκες και καντρίλιες)24. Στη Ραιδεστό ο Θρακικός Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος, που ιδρύθηκε το 1871, διατηρούσε Φιλαρµονική. Μετά την απαγόρευση της λειτουργίας συλλόγων από τις τουρκικές αρχές, επανιδρύθηκε το 1897 ως Αναγνωστήριο «Η Βισάνθη» και λειτούργησε τη Φιλαρµονική «Ορφεύς». Στην πόλη υπήρχε και γυναικεία µανδολινάτα που την διεύθυνε ο Μιχάλης Μαρωνιτίδης από την Κωνσταντινούπολη. Ο ευρωπαϊκός προσανατολισµός στις µουσικές προτιµήσεις των κατοίκων της Ραιδεστού αποδεικνύεται από το γεγονός της ευρείας χρήσης του βαλς, της καντρίλιας, της πόλκας, της µαζούρκας, εκτός των ελληνικών χορών, στους χορούς και στις λοιπές κοσµικές συγκεντρώσεις, όπως και από την ύπαρξη κλειδοκύµβαλου (πιάνου) σε πολλές οικίες της πόλης Στη Φιλιππούπολη ιδρύθηκε το 1892/4 ο Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος «Ορφεύς» µε σκοπό τη διάδοση της µουσικής και την καλλιέργεια και την ανάπτυξη του µουσικού αισθήµατος στους Φιλιππουπολίτες. Ο Σύλλογος συγκρότησε Ορχήστρα από πνευστά και έγχορδα όργανα, καθώς και εφηβική Χορωδία, οι οποίες συµµετείχαν σε συναυλίες και χοροεσπερίδες που διοργάνωναν διάφοροι φορείς της πόλης. Μουσικοδιδάσκαλος στον «Ορφέα» διετέλεσε ο Τσέχος Anton Teiner, µαθητές του οποίου υπήρξαν ο βιολονίστας Χρήστος Εράστης και ο πιανίστας Θησεύς Πίνδιος. Το επίπεδο της διδασκαλίας πρέπει να ήταν αρκετά υψηλό αφού και οι δύο προαναφερόµενοι σπουδαστές έλαβαν γερές βάσεις και εξελίχθηκαν σε σηµαντικούς µουσικούς: ο Εράστης έγινε δεκτός το 1906 στο Κονσερβατόριο της Βιέννης προς τελειοποίηση της γνώσης του βιολιού και ο Πίνδιος έγινε δεκτός στο Ωδείο Αθηνών, όπου αποφοίτησε µε ∆ίπλωµα Πιάνου µε χρυσό µετάλλιο και ακολούθως συνέχισε τις σπουδές του στο Βερολίνο δίπλα στον διάσηµο πιανίστα Egon Petri26. Στο Μακροχώρι της επαρχίας ∆έρκων η «Φιλεκπαιδευτική Αδελφότης Κοραής» δηµιούργησε το 1885 µουσική σχολή εφήβων. Στη Βάρνα λειτούργησε ο «Μουσικός Όµιλος», η «Φιλαρµονική Ένωση» και ο «Φιλαρµονικός Σύλλογος Απόλλων», στη Στενήµαχο ο «Ελληνικός Φιλαρµονικός Σύλλογος», στον Πύργο το ελληνικό φιλαρµονικό σωµατείο «Πρόοδος» καιστη Μεσηµβρία υπήρχε ο µουσικός και φιλεκπαιδευτικός σύλλογος «Ορφεύς», ο οποίος είχε βιβλιοθήκη µε 3.000 βιβλία που καταστράφηκε από τους Βούλγαρους το 1906. Όλα τα προαναφερόµενα Σωµατεία διέθεταν µουσικά σχήµατα (µαντολινάτες, χορωδίες, φιλαρµονικές, καµεράτες) που έδιναν συναυλίες ή και συµµετείχαν σε εορταστικές εκδηλώσεις, σε θεατρικές παραστάσεις, σε χοροεσπερίδες, κ.λπ. Το ρεπερτόριό τους περιλάµβανε έργα κλασικής µουσικής, έργα Ελλήνων λογίων συνθετών (π.χ. Γεώργιος και Ναπολέων Λαµπελέτ, Παύλος Καρρέρ κ.ά.), ακόµα και γηγενών (π.χ. Βασίλειος Γουναρόπουλος κ.ά.) και ελληνικά δηµοτικά τραγούδια. Καλλιτεχνική δραστηριότητα ανέπτυσσαν και τα ελληνικά σχολεία, υπό τη µορφή εσπερίδων και για τον εορτασµό των εθνικών επετείων27. Περί το 1900 σχηµατίζεται στη Ξάνθη η πρώτη ανεπίσηµη µαντολινάτα και χορωδία από οµάδα Ελλήνων µουσικών. Το 1903 ιδρύεται ο Μουσικογυµναστικός Σύλλογος «Ορφεύς», ο οποίος δηµιουργεί τον πρώτο επίσηµο µουσικό πυρήνα της πόλης. Όµως, το 1906 οι τουρκικές αρχές απαγορεύουν τη λειτουργία του. Με την αναγνώριση του Συλλόγου, που γίνεται µετά την ανακήρυξη του τουρκικού Συντάγµατος το 1908, αρχίζουν οι επίσηµες εµφανίσεις των µουσικών σχηµάτων του: της Μαντολινάτας, της Χορωδίας και της Φιλαρµονικής. Βεβαιωµένα, το ίδιο έτος υφίσταται και Ορχήστρα που συµπεριλαµβάνει και τοξωτά έγχορδα (βιολιά κ.ά.), η οποία λειτουργεί υπό τη διεύθυνση του Κωνσταντίνου Σπάθη28. Μετά την απελευθέρωση το 1920 και µε τον ερχοµό του προσφυγικού ελληνισµού αναπτύσσεται έντονη µουσική καλλιτεχνική δραστηριότητα από πολλούς νεοϊδρυθέντες συλλόγους: ο «Αρίων» µε την µανδολινάτα του, ο «Άτλας» και η «Εργατική Πρόοδος» µε τις Φιλαρµονικές του, η Χορωδία του Ορφανοτροφείου Θηλέων Ξάνθης, κ.λπ.29 Το 1930 ιδρύεται η Φιλαρµονική του Μουσικογυµναστικού Συλλόγου «Παν», µε τη διάλυση του οποίου τα όργανά της περιέρχονται στον ∆ήµο Ξάνθης. Το 1934 ιδρύεται η Φιλαρµονική του ∆ήµου Ξάνθης, η οποία διαλύεται το 1936 µε εντολή των δικτατορικών αρχών και το 1938 ιδρύεται η Φιλαρµονική της Ε.Ο.Ν., η οποία επίσης διαλύεται το 1940 µε την κήρυξη του πολέµου. Η Φιλαρµονική του ∆ήµου Ξάνθης επαναλειτούργησε µετά την απελευθέρωση το 194630.
Ήδη περί το 1905 ο Μουσικός Όµιλος Σουφλίου διαθέτει ορχήστρα µε έγχορδα (βιολιά, µανδολίνα, τσέλο, κόντρα µπάσο) και πνευστά όργανα. Το 1904 ιδρύεται στο ∆εδέ-Αγάτς (στη σηµερινή Αλεξανδρούπολη) ο πρώτος µουσικός σύλλογος µε την επωνυµία «Φιλαρµονικός Σύλλογος ο Εύµολπος». Σύµφωνα µε το άρθρο 1 του κανονισµού του, σκοπός του Συλλόγου είναι η καλλιέργεια της µουσικής και η ανάπτυξη του µουσικού αισθήµατος στις οικογένειες και το λαό, καθώς και ο καταρτισµός ορχήστρας και χορωδίας προς υποστήριξη φιλανθρωπικών Ιδρυµάτων. Σύµφωνα µε το άρθρο 3, ο Σύλλογος µπορεί, αν το επιτρέπουν τα οικονοµικά του και το απαιτούν οι περιστάσεις, να λειτουργήσει Σχολή εκκλησιαστικής και ευρωπαϊκής µουσικής, στην οποία θα παρέχεται δωρεάν η διδασκαλία της µουσικής. Τα ενεργά µέλη του Συλλόγου και οι µαθητές οφείλουν, σύµφωνα µε το άρθρο 13, να παραβρίσκονται στις διδασκαλίες που γίνονται τρεις φορές κάθε εβδοµάδα (∆ευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή) από τις 8 έως τις 11 το βράδυ. Η πρώτη ώρα κάθε τρίωρου αφορά τα µαθήµατα και οι υπόλοιπες την Ορχήστρα32. Μετά την απελευθέρωση της Αλεξανδρούπολης το 1920, ιδρύεται για πρώτη φορά ∆ηµοτική Φιλαρµονική το 1928 µε αρχιµουσικό τον Κωνσταντίνο Καρατζιόλα από την Κωνσταντινούπολη. Σύµφωνα µε τη γραπτή µαρτυρία του ∆ηµάρχου Αλεξανδρούπολης, κου Κωνσταντίνου Αλτιναλµάζη, χρησιµοποιήθηκαν τα παλιά πνευστά όργανα της Φιλαρµονικής του Ελληνικού Γυµνασίου Αδριανούπολης, τα οποία είχαν µεταφερθεί στην Αλεξανδρούπολη κατά την εκκένωση της Αδριανούπολης το 1922. Η πρώτη αυτή ∆ηµοτική Φιλαρµονική διαλύθηκε το 1941 µε την εισβολή των Γερµανών και των Βούλγαρων κατά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο33. Με το ανθελληνικό κίνηµα των Βουλγάρων το 1906 κλείνουν 77 ελληνικά σχολεία στην Ανατολική Ρωµυλία και περίπου 8.300 ελληνόπουλα µένουν χωρίς ελληνική εκπαίδευση. Η βουλγαρική κυβέρνηση θέτει ξανά σε ισχύ τον απενεργοποιηµένο σχολικό νόµο του 1891, βάσει του οποίου η στοιχειώδης εκπαίδευση πρέπει να γίνεται υποχρεωτικά στη βουλγαρική γλώσσα (άρθρο 10) και οι δάσκαλοι των δηµοτικών σχολείων πρέπει να είναι Βούλγαροι υπήκοοι (άρθρο 58). Οι Βούλγαροι υφαρπάζουν τα σχολικά κτίρια των ελληνικών εκπαιδευτηρίων και η πλειοψηφία του ελληνισµού της Βόρειας Θράκης τρέπεται σε φυγή προς τη µητέρα πατρίδα34. Με την ελληνοβουλγαρική συνθήκη του Neuilly πραγµατοποιείται το 1919 και η τελική φάση του ξεριζωµού των Ελλήνων από τη βόρεια Θράκη. Με τον ελληνοτουρκικό πόλεµο (1919-1922) και τη Μικρασιατική Καταστροφή πραγµατοποιείται και η τελική φάση του ξεριζωµού των Ελλήνων από την ανατολική Θράκη. Όλες οι προαναφερόµενες εστίες του ελληνισµού (Αδριανούπολη, Ραιδεστός, Σαράντα Εκκλησίες, Μακρά Γέφυρα, Αρκαδιούπολη, κ.λπ.) ερηµώνουν από κάθε ελληνικό στοιχείο µε την εφαρµογή της υποχρεωτικής ανταλλαγής των ελληνικών και τουρκικών πληθυσµών βάσει της συνθήκης της Lausanne το 1923. Όσον αφορά τη συνέχεια, τα γεγονότα του 1955, του 1964 και του 1974 λειτουργούν συµπληρωµατικά µε αποτέλεσµα την ελαχιστοποίηση των εναποµείναντων Ελλήνων στη Κωνσταντινούπολη, ενώ συνολικά οι 120.000 Έλληνες χριστιανοί που παραµένουν το 1924 στην Τουρκία έχουν αποδεκατισθεί σε 5.000-7.000 σήµερα35. Εύκολα µπορεί να διακρίνει κανείς τις συνέπειες της τραγικής κατάληξης του Ελληνισµού της βόρειας και της ανατολικής Θράκης στα βιογραφικά των µουσουργών που γεννήθηκαν εκεί και βίωσαν την αποφράδα εκείνη περίοδο. Οι περισσότεροι από αυτούς ξενιτεύτηκαν σε αστικά κέντρα της Ελλάδας, η πλειοψηφία στην Αθήνα, και του εξωτερικού.
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕ∆ΟΝΙΑΣ-ΘΡΑΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ ΕΒΡΟΥ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ∆ΗΜΟΣΙΑΣ ΥΓΕΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΜΕΡΙΜΝΑΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΖΟΣ ΘΩΜΑΣ ΤΑΜΒΑΚΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ ΜΟΥΣΟΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ΘΡΑΚΗΣ ΑΛΕΞΑΝ∆ΡΟΥΠΟΛΗ 2013
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου