Στοιχεία για την εκκλησιαστική περιουσία

Τη Σαλονίκη, λοιπόν, "ο σουλτάνος έστειλε έναν στρατηγό και την υπόταξε. Εις την άλωσί της εσυνήργησαν οι αγιώτατοι πατέρες του Τζιαουσμοναστηριού [σημερινή Μονή Βλατάδων] με τον τρόπο οπού τους υπαγόρευσε ο δάσκαλός τους ο διάβολος την προδοσία· οι Τούρκοι εμβαίνωντας μέσα έβαλαν έναν τζιαούση διά να μην πειραχθούν η αγιωσύνη του· τους αντάμειψε και ο σουλτάνος ύστερα με μια ατέλεια παντοτινή, και το ανάλογό τους να το πληρόνουν εκείνοι οπού θέλησαν να διαφενδεύσουν και την ελευθερία τους και τη θρησκεία τους, και θα τους ανταμείψη και ο δάσκαλός τους εις την κάτω πατρίδα μαζί με τον Ιούδα το συμμαθητή τους"... Αυτά καταμαρτυρούν οι μιαροί διαφωτισταί Δημητριείς, Δανιήλ Φιλιππίδης και Γρηγόριος Κωνσταντάς, από τις σελίδες της Νεωτερικής Γεωγραφίας τους (1791, λήμμα: «Μακεδονία»), στους προκατόχους του παναγιωτάτου Θεσσσαλονίκης Άνθιμου.




Ώστε αν προκαθήμενος της αγιωτάτης ημών Εκκλησίας ήταν ο εν λόγω μακεδονομάχος, θα παρέμενα άφωνος: θα προτιμούσα να αγνοήσω την πηγή της εκκλησιαστικής περιουσίας που κατονομάζεται εδώ και απλώς να αποθαυμάσω τη δεξιοτεχνία με την οποία, αν και δεν είναι ο πρώτος την τάξη, στρατηγεί ο μαχητικός αυτός δούλος του Θεού, πώς κατανέμει (με κηρύγματα κι εμφανίσεις στα κανάλια) τα εθνικολαϊκά στρατεύματα έτσι ώστε να καταστείλουν κάθε συζήτηση για φορολόγηση της Εκκλησίας, αν χρειαστεί. Έπειτα, σαν σε πίνακα του Ντύρερ, κάθεται, μ' ένα κρανίο γυφτοσκοπιανού στο γραφείο του, και μετρά με τον διαβήτη την ελληνικότητα της Μακεδονίας μας, που οι προκάτοχοί του, όπως είδαμε, διασφάλισαν. Με τη φωτιά (και το τσεκούρι) θα παίζουμε τώρα; Επειδή όμως της Εκκλησίας προϊσταται ο αγιώτερος Ιερώνυμος, ο κίνδυνος είναι άλλης τάξεως. Γιατί ο ευφυέστατος αυτός ιεράρχης προσπαθεί απλώς να αναιρέσει ένα από τα θαύματα του Χριστού: την του Τυφλού θεραπεία - περιερχόμενος κανάλια κι εφημερίδες κι εξηγώντας, πειστικά και μειλίχια, ότι η εκκλησία πένεται και το φιλανθρωπικό έργο της απορροφά όσα ψιχία περιουσίας απέμειναν... Είναι ίσως χρήσιμο να θυμηθούμε τι ήταν προφανές ώς χθες κι από πολύ παλαιότερα. Το κείμενο των Δημητριέων (από το ίδιο λήμμα) που αναδημοσιεύεται εδώ έχει, άλλωστε, κι άλλες «εφαρμογές». Δανείζομαι λοιπόν τη φωνή τους μ' ευγνωμοσύνη:



Τα μοναστήρια (του όρους Άθω) ζουν από τα μετόχιά τους οπού έχουν έξω εις τη Μακεδονία, τα οποία τώρα είναι πολλά ολίγα, το παλαιό όμως ήταν πολλά· όλος ο τόπος σχεδόν μεταξύ Σερρών και Άθω, και Σαλονίκης και Άθω, ήταν καλογερικός· οι καλότυχοι βασιλείς μας εσπούδαζαν να αποχτήσουν εις το βασίλειό τους καλογέρους πολλούς και όχι στρατιώτας, νομίζωντας πως με το κομποσχοίνι ήθελαν διώξη τον Άραβα από το μεσημβρινό, τον Τούρκο από το ανατολικό, τον Σκύθη από το βόρειο και τον Ιταλό από το εσπέριο. Ξεχωριστά από το όρος όλη η Ελλάδα ήταν γεμάτη από μοναστήρια πλούσια προικισμένα. Εις την Κωνσταντινούπολι και τα πέριξ της ήταν πλήθος μοναστήρια πλουσιώτατα και μερικά πολυανθρωπότατα, και με φαίνεται πως αυτό εστάθηκε κατά μέρος αιτία της καταστροφής της· με φαίνεται ακόμι πως εις αυτά τα μοναστήρια σχεδόν κανένας καλός δεν επήγαινε· συμπεραίνω αυτό απ' αυτό οπού ο αληθινός καλόγερος πρέπει να ζη με τον κόπο του, μακάρι και αν είναι υιός βασιλέως, και εις αυτά τα μοναστήρια όχι μόνο εζούσαν, αλλά και ετρυφούσαν με τους κόπους των άλλων. Επήγαιναν λοιπόν εις αυτά διά να ζήσουν μια τέτοια ζωή άκοπη και τρυφηλή. Επήγαιναν λοιπόν όλοι διά να σώσουν το σώμα τους, και όχι την ψυχή τους· επήγαιναν υποκρινόμενοι τον ευλαβή, τον όσιο, τον δίκαιο εκείνοι οπού ήταν ίσως όλο το εναντίο· ή επήγαιναν οι δεισιδαίμονες, οι πλανεμένοι λέγω ευλαβείς, και το κακό δεν ήταν ολιγώτερο· ή επήγαιναν οι οκνηροί και ακαμάται, και η συνήθεια ήταν ολέθρια στον τόπο.



Οι βασιλείς μας πάλιν από το άλλο το μέρος από δεισιδαιμονία τους και ανοησία τους αύξαιναν τον αριθμό των μοναστηριών, επιδαψιλεύουνταν εις τα αφιερώματα, και μ' αυτόν τον τρόπο αύξαιναν την τεμπελιά, την ασυνειδησία, και την υπόκρισι εις το βασίλειό τους· εγίνουνταν αίτιοι και εδιαφθείρουνταν και οι καλοί. Είπα δεισιδαιμονία· επειδή το έργο τους εφαίνουνταν πως είναι θεάρεστο, ήταν όμως εις έναν οπού το έβλεπε με ένα χριστιανικώτερο μάτι, θεομίσητο· αυτό ημπορώ να τ' αποδείξω με επιχειρήματα αναντίρρητα, μα τώρα σκοπός μου δεν είναι καθ' αυτό αυτός. Είπα ανοησία· επειδή το έργο τους ήταν ολέθριο εις την πολιτική κοινωνία, και αυτοί το εστοχάζουνταν ως σωστικό· ένα μελλίσι οπού έχει πολλούς κηφήνας, κλίνει πάντοτε εις τον αφανισμό του· μια πολιτική κοινωνία της οποίας τα μέλη δεν είν' όλα εξίσου ενεργά, κλίνει και αυτή εις τον αφανισμό της, και σήμερον αύριο πρέπει χωρίς άλλο να χαλάση· εις μια τέτοια πολιτεία ο αργός και ξοδευτής είναι εχθρός του ενεργού και δουλευτού· επειδή αυτός θέλει νάναι πάντοτε τέτοιος, και εκείνον τον θέλει κ' αυτόν πάντοτε τέτοιον, και εις αυτό μεταχειρίζεται βία, απάτη, υπόκρισι καθώς ήθελε τον υπαγορεύση ο καιρός.



Εις μια τέτοια κοινωνία πατριωτισμός δεν είναι, ισοσταθμία δεν είναι, εις τα οποία η κεφαλή της κοινωνίας ο βασιλεύς, έπρεπε πάντοτε να προσέχη και να επαγρυπνή. Αι συνεισφοραίς των μελών της κοινωνίας είναι θεάρεστο να εξοδεύωνται εις τα συμφέροντά της και εις ταις χρείαις της· μα μια τέτοια υπόθεσι χρειάζεται ξεχωριστή πραγματεία.



Οι μοναστηριακοί ζουν από τα μετόχια τους, περισσότερο όμως από ταις ελεημοσύναις οπού ευγαίνουν παντού οπού είναι Ανατολικοί εις την Τουρκία και συνάζουν· έργο οπού δεν είναι όχι μόνο καλογερικό, αμή μήτε Χριστιανικό, μήτε ανθρώπινο· προς τούτοις και από ταις ελεημοσύναις οπού παίρνουν από τους προσκυνητάς οπού έρχονται εις αυτά. Αν ήταν καλοί καλόγεροι μήτε αυταίς έπρεπε να ταις δέχωνται· διακόσιοι άνδρες μέσα εις ένα χωριό ημπορούν και θρέφουν και του λόγου τους, και ταις γυναίκες τους, και τα παιδιά τους, και πληρόνουν και τόσα δοσίματα, και 200 καλόγεροι μέσα εις ένα μοναστήρι χωρίς γυναίκες, χωρίς παιδιά, με ολίγα δοσίματα ή και ασίδοτοι με την ολότη, δεν ημπορούν.



Οι κελλιώται ζουν το περισσότερο με τα υποστατικά τους· τα επικερδέστερά τους προϊόντα είναι τα λεφτόκαρα.



Οι ασκηταί ζουν από τα εργόχειρά τους, όμως και αυτών τα χέρια είναι μολυσμένα από ταις αισχροληψίαις· οι παλαιοί ασκηταί όχι μόνον δεν έπερναν, αμή και εκείνο οπού έπερναν από το εργόχειρό τους δεν το εξόδευαν όλο διά λόγου τους. Ο δεισιδαίμων και υποκριτής θα στοχασθή αυτά οπού είπα ως λόγια ενός αιρετικού, ενός ασεβούς· ο φωτισμένος όμως και αληθινός Χριστιανός δεν θα τα στοχασθή τέτοια??? ύστερα εγώ λέγω εκείνο οπού φρονώ· εξομολογούμαι τρόπον τινά τα φρονήματά μου μπροσθά εις όλο τον Κόσμο.
Share on Google Plus

About kalimerisnikos

Author Details