Πριν από 141 χρόνια στο οροπέδιο του
Δομοκού!!(Άρθρο Καλημέρης Ν)
Την Πέμπτη 26 Ιανουαρίου 1878 ώρα
μ.μ στο χωριό Αλχανί σημερινό Παλιούρι της περιοχής Δομοκού, όπου
βρίσκονταν το πρώτο τάγμα πεζικού , υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη κ. Ροδοβίτη έφτασε διαταγή του αρχηγείου , η
οποία περιελάμβανε την άμεση οπισθοχώρηση του Ελληνικού Στρατού ,ο οποίος
βρίσκονταν ήδη στο Δομοκό.
Η
θλιβερή είδηση της επανόδου δημιούργησε στο στράτευμα αισθήματα αγανάκτησης και
οργής . Το ίδιο απόγευμα πληροφορήθηκαν τα δυσάρεστα νέα και οι χριστιανοί
κάτοικοι των οικισμών του Οροπεδίου Δομοκού που φιλοξενούσαν τον ελληνικό
στρατό. Όπως ήταν φυσικό τους κυρίεψε
φόβος και απελπισία στη σκέψη ότι ο θάνατός τους , ήταν Βέβαιος αφού είχαν ήδη
εκτεθεί στη συμπόρευση τους με τον ελληνικό στρατό.
Τα αισθήματα αυτά εξέφρασε και μάλιστα με
εμφαντικό τρόπο στον αντισυνταγματάρχη Ροδίτη και μία αντιπροσωπεία των
κατοίκων του Αλχανί. Εκείνος προσπάθησε συμμεριζόμενος τα δίκαια παράπονα
τους να τους καθησυχάσει λέγοντάς τους ,ότι πρέπει να μείνουν ήσυχοι ,γιατί οι
ίδιοι δεν πήραν τα όπλα κατά των Τούρκων, και ότι οι μεγάλες δυνάμεις που
διέταξαν το στρατό να επιστρέψει στο Ελληνικό έδαφος ,προνόησαν και διέταξαν
συγχρόνως να μην κακοποιήσουν οι Έλληνες.
Ωστόσο συμπλήρωσε
ότι αν δεν νιώθουν ασφαλής μπορούσαν να καταφύγουν προσωρινά μαζί τους στο
Ελληνικό έδαφος δηλαδή στη Λαμία. Η
νεφελώδες αυτές διαβεβαιώσεις δεν έπεισαν τους επισκεφθέντες τον Διοικητή.
Για αυτό συγκέντρωσαν όλους τους κατοίκους του οικισμού, άνδρες , γυναίκες,
παιδιά , και γέροντες και επανήλθαν προσπαθώντας να τον μεταπείσουν . Εκτυλίχθηκαν τότε σπαραξικάρδιες σκηνές από τους απελπισμένους και ανήμπορους
χωρικούς. Κρεμασμένοι από το λαιμό υπαξιωματικών και στρατιωτών κατά
την εφημερίδα «Εθνική φωνή» φώναζαν και
εκλιπαρούσαν να τους σώσουν.
Το πρωί της επομένης ,27 Ιανουαρίου, που το Τάγμα παρατάχθηκε και άρχισε να
ετοιμάζεται για αναχώρηση, διαδραματίστηκαν συγκλονιστικά γεγονότα την ώρα που
ο Διοικητής έδινε εντολή να μεταφερθεί η σημαία για να αποδοθούν οι προσήκουσες
τιμές και κατόπιν να ξεκινήσουν.
Ο κλαυθμός και οδυρμός
των κατοίκων είχε κορυφωθεί!! Τότε ακριβώς
μία ομάδα 20 περίπου υπαξιωματικών προεξάρχοντος του επιλοχία Δημητρίου Τερτίπη
, σύμφωνα με επιστολή που δημοσιεύτηκε τότε στην «εφημερίδα των συζητήσεων» βγήκε
από τις γραμμές πυροβολώντας και φωνάζοντας «δεν αναχωρούμε, θα μείνουμε ενταύθα, ή να υπερασπισθώμεν με τους αδελφούς μας , τους κατοίκους από την
εκδίκηση , και την μάχαιραν των Τούρκων»
Οι υπαξιωματικοί και οι στρατιώτες που αποσπάστηκαν από τις
γραμμές του τάγματος στάθμευσαν σε απόσταση 300 περίπου μέτρων από τους
υπόλοιπους. Την ώρα της αποχώρησης και της
διάλυσης των γραμμών του τάγματος ο κεραυνοβολημένος και πανικόβλητος διοικητής
πρόλαβε να αρθρώσει τα παρακάτω λόγια στους αποφασισμένους για όλα
υπαξιωματικούς και οπλίτες κατά την «εφημερίδα των συζητήσεων», «στρατιώτες
μείνατε εις τας τάξεις σας, μην αφήνετε
τη σημαία σας, ην ο βασιλεύς μας ,σας ενεπιστεύθη. Ενθυμηθείτε
όν εδώκατε όρκο επ αυτής ίνα μην την εγκαταλείψετε, υπερασπιζόμενοι αυτήν μέχρι τελευταίας ρανίδος
του αίματός σας, είναι εθνική ζημιά , είναι καταισχύνη του στρατού και του
τάγματος . Επανέλθετε εις τας τάξεις σας»
η πατριωτική αυτή η παραίνεση και ο δραματικός τόνος που
χρησιμοποίησε ο Διοικητής δεν έφεραν αποτελέσματα αντίθετα ο ανθυπολοχαγός
Επαμεινώνδας Μαυροδήμος πήρε και αυτός
στη διμοιρία του και ενώθηκε με τους λιποτάκτες. Μάλιστα
όταν ένας στρατιώτης της διμοιρίας του μετάνιωσε και θέλησε να επιστρέψει στο τάγμα
ο Μαυροδήμος του το επέτρεψε, αφού
όμως κράτησε το όπλο του για τις ανάγκες τους . Η εξέλιξη όλης αυτής της συγκλονιστικής
υπόθεσης έδωσε θάρρος στους αποχωρήσαντες , με αποτέλεσμα ο λοχίας σιτιστής
Νικόλαος Κουρεμένος να προβεί σε μία αποκαλυπτική δήλωση απευθυνόμενος σε
εκείνους που παρέμειναν στις γραμμές του τάγματος.
« άτιμος είναι όστις παραβεί την υπόσχεσή του», η φράση αυτή δείχνει ξεκάθαρα ότι είχε
προηγηθεί συνεννόηση, όπως αναλυτικά θα αναφερθεί στη συνέχεια. Αμέσως μετά ο λοχαγός Μιλτιάδης Μερεντίτης
τρέχοντας προσχώρησε και αυτός τους λιποτάκτες, ωστόσο
μισή ώρα αργότερα μετανιωμένος επέστρεψε στο τάγμα όταν αυτό βρισκόταν καθοδόν.
Ο Διοικητής ροδοβίτης βλέποντας ότι αυτή
η κατάσταση δεν μπορούσε να συνεχιστεί για να μη χαθεί τελείως ο έλεγχος
Προσπάθησε πηγαίνοντας προς το μέρος των λιποτακτών να τους επαναφέρει στην
τάξη μόλις όμως πλησίασε και πριν προλάβει να ανοίξει το στόμα του ο λοχίας Κουρεμένος
του είπε να μη χάνει τα λόγια του γιατί εκ των προτέρων είναι αποφασισμένοι να
πεθάνουν. Στη συνέχεια ο Τερτίπης ,πάντα
κατά την ίδια «εφημερίδα των συζητήσεων» παρουσιάζεται εμπρός του και του λέει
κύριε διοικητά εμείς είμαστε αποφασισμένοι να μείνουμε εδώ λίγο καιρό για να
υπερασπιστούμε τους κατοίκους . Αν θέλετε μείνετε και εσείς, διαφορετικά λάβετε τα πράγματά σας ,και
αναχωρήσετε. Ο Διοικητής προσπάθησε να τον πείσει ότι πρέπει
να επανέλθουν στη σημαία και στο καθήκον του αλλά ο Τερτίπης παρέμεινε
ακλόνητος στην απόφασή του και επέστρεψε στην ομάδα των λιποτακτών.
Μετά από αυτή την άκαρπη προσπάθεια ο Διοικητής Ροδοβίτης ανασχημάτισε τις γραμμές του τάγματος του και
αναχώρησε για τη Λαμία με απογοήτευση και κατήφεια χωρίς τους 170 περίπου
τολμηρούς και θαρραλέους λιποτάκτες, οι οποίοι όπως φάνηκε ήταν αποφασισμένοι
να γράψουν μία από τις πιο λαμπρές σελίδες της ιστορίας μας.
Φθάνοντας
το τάγμα στα ελληνικά σύνορα κοντά στο Δερβένι , στο σημερινό Καλαμάκι, ο Διοικητής έστειλε ειδοποίηση για το λυπηρό
συμβάν στον αρχηγό του στρατού εισβολής υποστράτηγο Σκαρλάτου Σούτσου, που
βρισκόταν ακόμη στην Ομβριακή ,έτοιμος προς αναχώρηση επιφυλασσόμενος να
υποβάλει εν καιρώ έκθεση και καταγγελία για τα διαδραματισθέντα.
Στις 8:30 της ίδιας ημέρας το Τάγμα έφτασε στη Λαμία με
διπλωμένη τη σημαία και με ζωγραφισμένη στα πρόσωπα όλων την απροσμέτρητη λύπη
και αγανάκτηση. Μέχρι αργά το βράδυ της
ίδιας ημέρας ολόκληρος ο Στρατός επέστρεψε στη Λαμία . Ορισμένα μάλιστα τμήματα
από ντροπή και θλίψη περίμεναν να
νυχτώσει , και εισήλθαν στο στρατώνες με σκυμμένο το κεφάλι σαν να ήταν
αιχμάλωτοι.
Με την επιστροφή του τάγματος τη Λαμία έγινε ευρύτερα γνωστή
η αποσκίρτηση των 170 γεναίων υπό τον Τερτίπη.
Το γεγονός προκάλεσε ανάμεικτα
συναισθήματα στις τάξεις του στρατού , από τη μία συγκίνηση και θαυμασμό και
από την άλλη ενδοιασμό και ζήλια. Το
ίδιο βράδυ οι υπαξιωματικοί της φρουράς του πρώτου λόχου, φίλοι προσωπικοί και αγαπημένοι των λιποτακτών, αφού συνήλθαν μυστικά σε συνεδρίαση αποφάσισαν
να τους μιμηθούν . Να συνενωθούν δηλαδή μαζί τους και να δώσουν από κοινού τον
αγώνα κατά των Τούρκων. Τη νύχτα λοιπόν ο αντάξιος φίλος και συστρατιώτης του Τερτίπη, ο επιλοχίας Γεώργιος Λάιος πήρε το λόχο του
και κατευθύνθηκε προς το Δομοκό.
Μόλις βγήκαν έξω από τη Λαμία γνωστοποίησε στους στρατιώτες
την αμετάκλητη απόφαση των υπαξιωματικών χωρίς κανέναν ενδοιασμό. Όλοι έδειξαν
πρόθυμοι να ακολουθήσουν, στο δρόμο όμως
κάποιοι μετάνιωσαν και επέστρεψαν, έτσι
από τους 150 υπαξιωματικούς και στρατιώτες συνέχισαν την πορεία προς τη δόξα η
96 .
Ας επανέλθουμε όμως στην αρχική εκδήλωση της λιποταξίας υπό τον
Τερτίπη, για να παρακολουθήσουμε έπειτα την πορεία των
γενναίων προς τη δόξα. Μετά τη Φυγή του τάγματος από το Αλχανί, οι λιποτάκτες υπαξιωματικοί και στρατιώτες, παρά ταύτα ανακήρυξαν ως αρχηγούς , τον
επιλοχία Δημήτριο Τερτίπη ,και τον ανθυπολοχαγό Επαμεινώνδα Μαυροδήμου, ο
τελευταίος όμως σύντομα αποδείχθηκε, έμεινε μαζί τους μόνο για λίγο ,με την
ελπίδα ότι θα κατόρθωνε να τους μεταπείσει να επιστρέψουν στη Λαμία . Πραγματικά την επόμενη μέρα 28η
Ιανουαρίου Ενώ οι λιποτάκτες βρισκόταν στο χωριό Δαουκλί Δομοκού, η σημερινή Ξυνιάδαμ ο Μαυροδήμος τους
εγκατέλειψε και έφυγε παίρνοντας μαζί του μόνο τέσσερις λοχίες, Αφού δεν κατάφερε να παρασύρει περισσότερους.
Μοναδικός αρχηγός πλέον παρέμεινε ο Τερτίπης ο οποίος χώρισε
τους άντρες σε διμοιρίες τοποθετώντας επικεφαλής τους υπαξιωματικούς κατά
αρχαιότητα. Την ίδια μέρα έστειλε αναφορά στον Σκαρλάτο
Σούτσου ,αρχηγό του στρατού εισβολής , με την οποία έδινε εξηγήσεις για τη
στάση τους. Η αναφορά αυτή ήταν μία γενναία δήλωση διατυπωμένη
διπλωματικά κατά τον Σεϊζάνη, περιλάμβανε μεταξύ άλλων και τα εξής: « θα
μείνωμεν , ίνα κατά δύναμιν προστατεύσωμεν
αυτούς,( Εννοείται τους υπόδουλους θεσσαλούς), κατά των εξαγριωθείσων μουσουλμανικών ορδών, μέχρι ου έν Ευρωπαϊκώ συνέδριο διατεθήσεται η τύχη των δούλων ημών αδελφών. Θέλουμεν δε ευπειθώς προσέλθει εις τας ημητέρας Αρχάς, πρόθυμοι να υποστώμεν οιανδήποτε
επιβληθησομένην ποινήν»
Στο Δαουκλί το σώμα των στρατιωτικών παρέμεινε για
διανυκτέρευση. Εκεί συνάντησε 80 περίπου εθελοντές αγανακτισμένος από την
επιστροφή του Ελληνικού Στρατού στη Λαμία. Αυτοί πρόθυμα ενώθηκαν μαζί τους, και την επόμενη
μέρα, όλοι μαζί μετέβησαν στο χωριό Ζαπάντι σημερινό Μηλιόκαμπο, στη συνέχεια κινήθηκαν προς το χωριό Δραμάλα ,
σημερινό Μακρολίβαδο, όπου τους περίμενε μία πολύ ευχάριστη έκπληξη.
Πληροφορήθηκαν ότι ο Λάιος με τους υπό
αυτών καταφθάνουν από ώρα σε ώρα . Πράγματι τα δύο σώματα συναντήθηκαν στη Δραμάλα
σε κλίμα συγκίνησης , ενθουσιασμού και
πίστης στον Ιερό αγώνα. Τα δύο τμήματα συνενώθηκαν, οργανώθηκαν
σύμφωνα με τους κανονισμούς εκστρατείας, και με αυστηρότητα και πειθαρχία με αρχηγό
τον Τερτίπη και υπαρχηγό τον Λάιο. Νέοι
εθελοντές προσήλθαν στις τάξεις των επαναστατών και έτσι σχηματίστηκε ένα
εκλεκτό σώμα αποτελούμενο από 330 άντρες , καλά εξοπλισμένους και
αποφασισμένους να πολεμήσουν για την απελευθέρωση των σκλάβων αδελφών.
Νικόλαος Καλημέρης από το βιβλίο «Η Οδύσσεια των λιποτακτών, ηρώων
της Θεσσαλικής Επανάστασης του 1878» 2013, του Βασίλη Μαγόπουλου.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου