Το λεξιλόγιο της προπαγάνδας
Οι λέξεις, όχι μόνο «καταγράφουν» γεγονότα και έννοιες, αλλά και αξιολογούν. Οι πολιτικοί προπαγανδιστές αξιοποιούν αυτή την ιδιότητα των λέξεων, για να «μαυρίσουν» τους αντιπάλους τους και να «ξεπλύνουν» ημετέρους.Προσπαθούμε συνήθως να ονομάζουμε τα οικεία σε μας πράγματα με λέξεις που έχουν θετική σημασία, και εκείνα που ανήκουν στους άλλους, με λέξεις που έχουν σημασίες αρνητικές. Αν κάποιος αποχωρίζεται εύκολα τα χρήματά του, και το εγκρίνουμε, τον αποκαλούμε γενναιόδωρο. Όμως, αν θέλουμε να τον κατακρίνουμε, θα τον πούμε σπάταλο.
Κάποιον που, αντιθέτως, δεν ξοδεύει εύκολα τα λεφτά του, δεν θα τον πούμε τσιγκούνη, αλλά θα τον χαρακτηρίσουμε οικονόμο, εφ' όσον τον εγκρίνουμε. Το πιο δημοφιλές παράδειγμα αυτού του είδους, πιθανόν είναι οι ονομασίες των υπαλλήλων των Υπηρεσιών Πληροφοριών: Στις «δικές μας» Υπηρεσίες εργάζονται κατάσκοποι στις «εχθρικές», σπιούνοι-ρουφιάνοι. Με ανάλογο τρόπο, οι ένοπλες ομάδες που μάχονται κατά των δυνάμεων κατοχής, αποκαλούνται θετικά, «παρτιζάνοι» (αντάρτες), αλλά οι κατακτητές τους ονομάζουν «ληστές», «τρομοκράτες», κ.ο.κ..
Από την ανατροπή, στη μεγάλη επανάσταση
Στη Ρωσία ανακαλούν συχνά τον στίχο του Ρόμπερτ Μπερνς (στη μετάφραση του Σαμουήλ Μαρσάκ): «Η εξέγερση δεν ολοκληρώνεται με επιτυχία. Αλλιώς, θα ονομαζόταν διαφορετικά». Η κατάληψη της εξουσίας από τους μπολσεβίκους το φθινόπωρο του 1917, χαρακτηριζόταν αρχικά «Οκτωβριανή ανατροπή» και «ένοπλη εξέγερση». Οταν όμως, η σοβιετική εξουσία εδραιώθηκε, ονομάστηκε «Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση». Σήμερα χρησιμοποιείται συνήθως μια πιο λακωνική και ουδέτερη έκφραση: Οκτωβριανή επανάσταση.
Ωστόσο για τα γεγονότα του Αυγούστου του 1991, που οδήγησαν στη διάλυση του ΕΣΣΔ, η λέξη «επανάσταση» δεν χρησιμοποιείται σχεδόν καθόλου, και συνήθως μιλούν για το «πραξικόπημα του Αυγούστου» που είχε σκοπό να αποτρέψει αυτή τη διάλυση, να διατηρήσει την εξουσία στα χέρια των κομμουνιστών και να αναστείλει τη διαδικασία των μεταρρυθμίσεων. Και μόνον, όταν η απόπειρα των αρχών κατέληξε σε αποτυχία, καταγράφηκε με τη λέξη «πραξικόπημα», που έχει αρνητική σημασία.
Ένα άλλο «πραξικόπημα» σημειώθηκε το φθινόπωρο του 1993, όταν το Ανώτατο Σοβιέτ (η ανώτερη κρατική αρχή που εκλεγόταν στα σοβιετικά χρόνια) επιχείρησε να απομακρύνει από την εξουσία τον πρόεδρο Γιέλτσιν, κι αυτή λοιπόν η ανεπιτυχής ανατροπή ονομάζεται επίσης «οκτωβριανό πραξικόπημα», που αποτέλεσε στην πραγματικότητα το τέλος των σοβιετικών θεσμών στη Ρωσία. Οι οπαδοί του Ανώτατου Σοβιέτ θεωρούσαν ότι ο Γιέλτσιν πραγματοποίησε τότε μια «αντισυνταγματική ανατροπή» και αποκαλούσαν την ένοπλη επίθεση στο Λευκό Οίκο της Μόσχας (όπου συνεδρίαζαν οι βουλευτές”), «εκτέλεση του Κοινοβουλίου».
Η απελευθέρωση και το «διεθνιστικό καθήκον»
Η χειραγώγηση δια της ορολογίας είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική για εποχές πολέμου, όταν η κάθε μία από τις πλευρές προσπαθεί να παρουσιάσει τις πράξεις τις ως δικαιολογημένες και δίκαιες. Έτσι, όταν τον Σεπτέμβριο του 1939 ο Κόκκινος Στρατός μπήκε στην Πολωνία, τα σοβιετικά βιβλία ιστορίας το αποκαλούσαν «απελευθέρωση της Δυτικής Ουκρανίας και της Δυτικής Λευκορωσίας» (με παρόμοιο τρόπο, η γερμανική προπαγάνδα ανέφερε την αρχή του πολέμου κατά της ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 1941, ως «προληπτικό χτύπημα»).
Νέοι, δόκιμοι «ευφημισμοί» με αναφορές σε πολεμικά γεγονότα, εμφανίστηκαν κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Η εισβολή του σοβιετικού στρατού στην Τσεχοσλοβακία, τον Αύγουστο του 1968, αναφερόταν επίσημα ως είσοδος «περιορισμένων στρατιωτικών δυνάμεων» με σκοπό την παροχή της «αδελφικής βοήθειας» στον λαό της Τσεχοσλοβακίας, «μετά από αίτημα της ηγεσίας του». Τον Δεκέμβριο του 1979, οι «περιορισμένες στρατιωτικές δυνάμεις» εισέβαλαν στο Αφγανιστάν, όμως όχι πια ως «αδελφική βοήθεια», αλλά προς εκπλήρωση ενός «διεθνιστικού καθήκοντος».
Οι πόλεμοι στην Τσετσενία, τη δεκαετία του 1990, παρήγαγαν έναν άλλο όρο: Την «εκκαθάριση». Έτσι ονομαζόταν η ολοκληρωτική εκκένωση ενός οικισμού αντιπάλων («τρομοκράτες» και «ληστές»). Μέσα σε μια «εκκαθάριση», βέβαια, θα μπορούσε να βρεθεί και ο άμαχος πληθυσμός. Και οι ενέργειες της Ρωσίας κατά την ένοπλη σύγκρουση με τη Γεωργία, τον Αύγουστο του 2008, αναφέρονταν επίσημα ως «ειρηνευτική παρέμβαση».
Και τώρα, η «καταπολέμηση της τρομοκρατίας»
Κατά την περίοδο 1970-1980, στη Σοβιετική Ένωση κυκλοφορούσε το εξής ανέκδοτο. «Ερώτηση: Θα γίνει πόλεμος; Απάντηση: Πόλεμος δεν θα γίνει, αλλά θα γίνει ένας τέτοιος αγώνας για την ειρήνη, που δε θα μείνει τίποτε όρθιο»!
Τον 21ο αιώνα, το πλέον συνηθισμένο πρόσχημα για την διεξαγωγή πολεμικών επιχειρήσεων, συμπυκνώνεται στην διατύπωση «καταπολέμηση της τρομοκρατίας». Το πιο επίκαιρο παράδειγμα για τη χρήση του, αποτελεί σήμερα η κατάσταση στην Ουκρανία, όπου οι ενέργειες των Αρχών του Κιέβου κατά των αυτοανακυρηγμένων δημοκρατιών στις Νοτιοανατολικές περιοχές, αποκαλούνται επίσημα ΑΤΟ (αντιτρομοκρατική επιχείρηση). Επομένως, «τρομοκράτες» θεωρούνται όλοι εκείνοι που διεξάγουν ένοπλο αγώνα αμυνόμενοι σ' αυτές τις επιχειρήσεις. Ένας άλλος αρνητικός ορισμός για τις αντιστασιακές δυνάμεις των Νοτιοανατολικών περιοχών είναι το «αυτονομιστές», ενώ θετικότερα ακούγεται ο ορισμός «αντάρτες».
Την Ανοιξη είχαμε τη δυνατότητα να παρακολουθήσουμε μια εκστρατεία λεκτικής χειραγώγησης στην περίπτωση της Κριμαίας: Στη Ρωσία μιλούσαν για την «επανένωση της Κριμαίας με τη Ρωσία», ως αποτέλεσμα ενός πραγματοποιημένου δημοψηφίσματος, ενώ στην Ουκρανία αποκαλούσαν αυτή την επανένωση «προσάρτηση», ακόμη και «Anschluss» (ο ορισμός παραπέμπει στο θλιβερό προηγούμενο του ναζιστικού Anschluss της Αυστρίας τις παραμονές του Δεύτερου παγκόσμιου πολέμου).
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου