«Φαρσάλιοι αθλητές στους Πανελλήνιους Ιερούς Αγώνες»
Στην Ελλάδα, το παγκόσμιο σχολείο για τα γράμματα και τις τέχνες, όπου εσμιλεύθη η ισορροπία και η αρμονία μεταξύ λόγου και δράσης, πνεύματος και σώματος, γεννήθηκε εδώ και τέσσερις χιλιετηρίδες με τον μυκηναϊκό πολιτισμό, η ιδέα της σωματικής δραστηριότητας ως μέσου για την ανύψωση του ανθρώπου προς το θείο και καλλιεργήθηκε εδώ και τρις χιλιετηρίδες με την Ομηρική Αγωνιστική η ιδέα του αγώνα ως μέσου επίδειξης του ηρωικού πνεύματος της φυλής. Με την Ελληνική Γυμναστική Αγωγή κατά τον χρυσούν Αιώνα άνθισε η ιδέα της γυμναστικής και των αγώνων ως μέσου για τον συνδυασμό της ενεργητικότητας του χαρακτήρα με τη ζωηρότητα του πνεύματος. Οι αρχαίοι Έλληνες οραματίστηκαν και επεδίωξαν το τέλειο και αυτό μέσα από τη φιλοσοφία του μέτρου. Αγκάλιασαν το σώμα και το πνεύμα. Έβαλαν σ’ ευγενή, ισόρροπη, παράλληλη και αρμονική άμιλλα τον εναγώνιο Ερμή με τον μουσηγέτη Απόλλωνα. Καθόρισαν τέλος ως σκοπό της γυμναστικής την αναγέννηση του ανθρώπου μέσα από τις δυνάμεις της ειρήνης, της άμιλλας και της αρμονίας με ταυτόχρονη βελτίωση της κοινωνίας. Ο σοφός Σόλων στο έργο του Λουκιανού «Ανάχαρσις» λέγει για τη γυμναστική και την οργάνωση των Γυμνασίων στην πόλη: «…θα ασχοληθούμε με το θέμα της ανατροφής των νέων μας και ιδιαίτερα με το τι κάνουμε προκειμένου να μάθουν πιο είναι το καλό πως θα αναπτυχθούν σωματικά και να ανδρωθούν και πώς να μπορούν να αντιμετωπίσουν της ζωής τις δυσκολίες. Έτσι θα καταλάβεις γιατί καθιερώσαμε τη γυμναστική και γιατί υποβάλλονται οι νέοι μας σε ασκήσεις, που δεν γίνονται με στόχο τα έπαθλα, αφού μόνο λίγοι τα παίρνουν, αλλά γιατί από τη διαδικασία αυτή ωφελούνται τόσο αυτοί προσωπικά όσο και η πόλη. Ουσιαστικά οι αθλητικοί αγώνες αποτελούν προετοιμασία για συμβολή στον κοινό αγώνα των πολιτών, και έπαθλο δεν είναι μόνο το στεφάνι από αγριελιά ή από σέλινο ή από πεύκο αλλά η ευτυχία των πολιτών…». Ο περιηγητής Παυσανίας γράφει ειρωνευόμενος για την πόλη Πανοπέας της Φωκίδας : «Αν μπορεί να ονομάσει κανένας πόλη αυτούς, στους οποίους ούτε αρχεία υπάρχουν ούτε γυμναστήριο ούτε θέατρο ούτε αγορά …» (Φωκικά 4.1.) Ο δε Αριστοτέλης στα πολιτικά γράφει για την εκπαίδευση των νέων «επειδή οι νέοι εθίζονται πρώτα με το σώμα και ύστερα με τη διάνοια πρέπει η εκπαίδευσή τους να αρχίζει με τη γυμναστική». (Πολιτικά Θ3) Αλλά και ο Ν. Καζαντζάκης στο έργο του «Αναφορά στον Γκρέκο» σχολιάζει τη γυμναστική φιλοσοφία των Ελλήνων «Η γυμναστική ήταν για τους Έλληνες απαραίτητη προετοιμασία για την κοινωνική ζωή του πολίτη. Τέλειος πολίτης ήταν εκείνος που, περνώντας από τα γυμναστήρια και τις παλαίστρες μπόρεσε να παλέψει το σώμα του για να το κάνει ισχυρό και αρμονικό, δηλαδή ωραίο και να το έχει έτοιμο να υπερασπίσει το Γένος. Κοιτάζεις ένα άγαλμα της κλασικής εποχής και αμέσως καταλαβαίνεις αν ο άντρας που παριστάνει είναι λεύτερος ή δούλος. Το σώμα του το φανερώνει. Ωραίο αθλητικό κορμί, στάση ήρεμη, πειθαρχία του πάθους είναι τα χαρακτηριστικά του ελεύθερου ανθρώπου. Αρμονία νου και κορμιού, ιδού το υψηλό ιδανικό του Έλληνα. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι βασική φροντίδα των τοπικών αρχόντων στις αρχαίες ελληνικές πόλεις ήταν μαζί με τα Ιερά (Ναοί), το θέατρο, τη βιβλιοθήκη και τις δημόσιες κρήνες να υπάρχει και το Γυμνάσιο. Αυτό σηματοδοτεί την ακμή, την ευημερία και την ισχύ της κάθε πόλης. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι όλες οι αρχαίες πόλεις διέθεταν Γυμνάσιο. Στοιχεία όμως αποδείξεις έχουμε για ελάχιστες και συνήθως εκεί που έγιναν συστηματικές αρχαιολογικές ανασκαφές. Τα Φάρσαλα είναι από τις προνομιούχες πόλεις για τις οποίες υπάρχουν στοιχεία για την ύπαρξη Γυμνασίου. Πρόκειται για ενεπίγραφο αρχιτεκτονικό μέλος (ορθογώνιος δόμος με αναθύρωση στις πλευρές) από το πρώτο μισό του τρίτου αιώνα, το οποίο βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο του Αλμυρού. Ανήκε σε στοά Γυμνασίου. Φέρει επιγραφή οχτώ στίχων, η οποία αναφέρεται στην ίδρυση στοάς με «οικήματα» για την εκγύμνασης νέων, δωρεά του Λεωνίδη, γιου του Πρωτέου από την Αλικαρνασσό. Ορίζεται επίσης η ίδρυση ετήσιων αγώνων, γυμνικών και λαμπαδηφορίας στις τέσσερις του μηνός Διψίου, που θα ονομάζονται Λεωνίδια, καθώς και οι όροι χρήσης των προσόδων από τη δωρεά του Λεωνίδη. Όταν όμως μια πόλη με ακμή και δύναμη έχει οργανωμένο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και γυμναστικό παράλληλα κατά τα αρχαία πρότυπα τότε δεν έχει μόνον εύρωστους κοινωνικοποιημένους πολίτες αλλά και διακεκριμένους αθλητές. Τα Φάρσαλα είναι από τις πόλεις που έχει αναδείξει σπουδαίους αθλητές στα αρχαία αλλά και στα νεότερα χρόνια. Ολυμπιονίκες, Πυθιονίκες αλλά και άλλους Πανελλήνιους και σε τοπικούς ιερούς αγώνες. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες ήταν οι πιο σημαντικοί από τους στεφανίτες αγώνες. Η αρχαία γραμματία έχει διασώσει τον κατάλογο των Ολυμπιονικών που συνέταξε ο Ηλείος Ιππίας στα τέλη του 5ου αιώνα π.Χ. Η γνησιότητα του καταλόγου ιδίως για τα στοιχεία που ανάγονται στον 8ο και τον πρώιμο 7ο αιώνα π.Χ. έχει αμφισβητηθεί με βάσιμα επιχειρήματα. Ωστόσο ο κατάλογος παραμένει μία βάσιμη-χρήσιμη πηγή για την προέλευση των αθλητών από τον 5ο αιώνα π.Χ και εξής που είναι η περίοδος άνθισης του αθλητισμού και των Αγώνων. Είναι επίσης μια βάσιμη πηγή για τις ελληνικές φυλές της εποχής εκείνης αφού το «διαβατήριο» για να μπει κανείς στο ιερό της Ολυμπίας ήταν ο όρκος στον «φοβερό αστροπελεκητή» τον Ολύμπιο Δία πως είναι Έλληνες. Ο κατάλογος συμπληρώνεται κατά καιρούς από νέα στοιχεία που μας δίνουν κυρίως οι αρχαιολογικές ανασκαφές. Κατάλογος Φαρσάλιων αθλητών Από τα στοιχεία που έχουμε μέχρι σήμερα γίνεται αναφορά στους εξής Φαρσάλιους αθλητές Το 556 π.Χ. ο Φαρσάλιος Φαίδρος στον δρόμο Σταδίου. Το 484π.Χ. ο Φαρσάλιος Αγίας γιος του Ακνονίου και αδελφός του Τηλεμάχου αναδεικνύεται Ολυμπιονίκης στο Παγκράτιο. Ο Αγίας ένας από τους διασημότερους αθλητές του αρχαίου κόσμου, ήταν περιοδονίκης καθώς είχε νικήσει σε όλους τους στεφανίτες αγώνες. Όπως μας πληροφορεί η βάση του αγάλματός του στους Δελφούς ανάθιμα του ιερομνήμονα Δαόχου, εκτός από τη νίκη στην Ολυμπία, ο Αγίας είχε στεφθεί νικητής πέντε φορές στα Νέμεα, τρεις στα Πύθια και πέντε στα Ίσθμια. Το 484 π.Χ. (την ίδια χρονιά) ο Φαρσάλιος Τηλέμαχος γιος του Ακνονίου και αδελφός του Αγία νίκησε στην πάλη. Το 484 π.Χ. ο Φαρσάλιος Φιλόμηλος στο Στάδιο. Υποθέτουμε ότι αν είχαμε πλήρη κατάλογο των νικητών στους ιερούς αγώνες του αρχαίου κόσμου οι Φαρσάλιοι ιερονίκες θα ήταν πολύ περισσότεροι. Ειδικά στα ιππικά αγωνίσματα σε μια πόλη που έμεινε στην ιστορία για τα άλογα και το ιππικό της, εδώ στην ιπποτρόφο Θεσσαλία. Δελφοί. Η αίθουσα του Δαόχου Η μεγαλύτερη ίσως τιμή για την πόλη της Φαρσάλων είναι η αίθουσα του μνημείου του Δαόχου στους Δελφούς. Μόλις μπαίνουμε, αριστερά μας ένα απ’ τα σημαντικότερα γλυπτά του 4ου π.χ. αιώνα που βρέθηκαν στους Δελφούς: το άγαλμα του θεού Διονύσου, που ήταν η κεντρική μορφή (η μόνη που σώθηκε) του δυτικού αετώματος του νεώτερου ναού του Απόλλωνα. Χρονολογείται γύρω στο 340 – 330 π.χ. Μαζί του εικονίζονται οι Θυιάδες – δελφικό όνομα των Μαινάδων. Το ανατολικό αέτωμα που δεν σώθηκε, παρίστανε τον Απόλλωνα, την Άρτεμι και τη Λητώ μαζί με τις Μούσες. Τα γλυπτά των δύο αετωμάτων, σύμφωνα με τον Παυσανία, έκαναν δύο Αθηναίοι γλύπτες, οι Πραξίας και Ανδροσθένης. Τη μία πλευρά αυτής της αίθουσας καταλαμβάνει το ανάθημα του Δαόχου Β΄ απ’ τα Φάρσαλα, τετράρχη της Θεσσαλίας. Ιδρύθηκε ανάμεσα στα χρόνια 337- 332π.χ. (βλ.χώρο,αρ.63), όταν ο αναθέτης του ήταν ιερομνήμων της Θεσσαλίας στη Δελφική Αμφικτυονία και πρόεδρος του Συνεδρίου. Ανδριάντες οκτώ μελών της οικογένειας του Δαόχου καθώς και άγαλμα του θεού Απόλλωνα ήταν στημένα πάνω σε μία επιμηκή βάση. Απ’ αυτά σώζονται σήμερα 6 και ίσως ταυτίζονται και άλλα δύο. Επιγραφές χαραγμένες πάνω στη βάση, πολλές έμμετρες, απαθανατίζουν τα ονόματα και τα έργα για τα οποία έγιναν γνωστά τα μέλη της επιφανούς αυτής οικογένειας. Η σειρά ξεκινάει με τον πατριάρχη της γενιάς Ακνόνιο, ο οποίος παρουσίαζε τα μέλη της οικογένειάς του στο θεό. Σύμφωνα με νεώτερη έρευνα ο θεός εικονιζόταν καθιστός σε βράχο ή στον ομφαλό. Ο Π. Θέμελης νομίζει πως ένας πολύ ακρωτηριασμένος καθιστός Απόλλωνας κιθαρωδός μπορεί να ανήκει στο μνημείο (στις απο θήκες του Μουσείου). Ο Ακνόνιος, που έζησε στα χρόνια των περσικών πολέμων, εικονίζεται με κοντή θεσσαλική χλαμύδα και ιμάτιο. Ακολουθεί ο παγκρατιαστής Αγίας, που στα μέσα του 5ου π.χ. αιώνα νίκησε πολλές φορές στο αγώνισμα (το παγκράτιο είναι συνδυασμός πάλης και πυγμαχίας) σε όλους τους πανελλήνιους αγώνες, δηλαδή τους Ολυμπιακούς, τα Πύθια, τα Νέμεα και τα Ίσθμια. Εικονίζεται γυμνός και διατηρείται πολύ καλά. Ο ανδριάντας έχει όλα τα χαρακτηριστικά του μεγάλου πλάστη του 4ου π.χ. αιώνα Λύσιππου. Δεν υπάρχει καμία σχεδόν αμφιβολία ότι το έργο είναι αντίγραφο του χάλκινου ανδριάντα του Αγία, έργου του Λυσίππου, που ήταν στημένος στην πατρίδα του, τα Φάρσαλα. Ακολουθούσε ο αδελφός του Αγία Τηλέμαχός παλαιστής. Ο Π. Θέμελης πιστεύει ότι ο κορμός ενός γυμνού νέου που εκτίθεται στα δεξιά της εισόδου της αίθουσας αυτής είναι ακριβώς ο Τηλέμαχος (1360). Τέταρτος στη σειρά ο Αγέλαος, αδελφός των Αγία και Τηλέμαχου. Σύμφωνα με το επίγραμμα που είναι χαραγμένο στη βάση του ο Αγέλαος νίκησε ταυτόχρονα με τα’ αδέλφια του Αγία και Τηλέμαχο στο στάδιο παίδων κι έτσι σ’ εκείνα τα Πύθια στεφανώθηκαν μαζί τα τρία αδέλφια.
Ακολουθεί ο γιός του Αγία και παππούς του αναθέτη Δάοχος Α’ που, σύμφωνα με το επίγραμμά του, χρημμάτισε τετράρχης της Θεσσαλίας 27 χρόνια. Φοράει βαριά, κοντή θεσσαλική χλαμύδα. Δίπλα του ο γιος του Σίσυφος Α’ με κοντό χιτώνα που, ζωσμένος στη μέση, πέφτει σε πλούσιες πτυχές. Στηρίζεται με το αριστερό χέρι, απ’ το οποίο κρέμεται το ιμάτιό του, σε κορμό δέντρου. Αυτός, σύμφωνα με το επίγραμμα του, είχε διακριθεί σαν στρατιωτικός. Απ’ τον αντριάντα του αναθέτη Δαόχου Β’ δεν σώθηκαν παρά η πλίνθος και το αριστερό πόδι. Τελευταίος στη σειρά ο γιός του Σίσιφος Β’, που εικονίζεται γυμνός να ακουμπάει σε μιαν ερμαϊκή στήλη. Η επιγραφή του βάθρου του δεν αναφέρει παρά: Σίσυφος Δαόχου. Ο άγνωστος δημιουργός αυτού του μνημείου πέτυχε να δώσει στο σύνολο μιαν ενότητα ενώ συγχρόνως καθεμιά απ’ τις μορφές έχει τη δική της προσωπικότητα που καθοριζόταν απ’ τις ασχολίες της. Ο Πολυδάμας ή Πουλυδάμας ο Σκοτουσαίος Θετταλός Από την συνοριακή περιοχή της Πελασγιώτιδας στα αρχαία χρόνια και του Δήμου Φαρσάλων σήμερα από τη Σκοτούσα έχουμε έναν από τους διασημότερους αθλητές του αρχαίου κόσμου, ο οποίος εξαίρεται σε εθνικό ήρωα των Θεσσαλών τον 4ο αιώνα π.Χ. όταν αναθέτουν στην Ολυμπία τον ανδριάντα του. Έργο του Λυσίππου με ανάγλυφη βάση στην οποία απεικονίζονται οι άθλοι του. Από τη λεπτομερή περιγραφή του Παυσανία συνάγεται ότι ο Πολυδάμας ή Πουλυδάμας ανήκει στην κατηγορία των αφηρωισμένων αθλητών όπως ο Θεαγένης ο Θάσιος. Η Σκοτούσσα μια πόλη της θεσσαλικής πελασγιώτιδας, θα είχε μείνει άγνωστη στην ιστορία, χωρίς τον Πολυδάμα ή Πουλυδάμα, έναν από τους περιφημότερους αθλητές της αρχαιότητας. Ας παρακολουθήσουμε τον Παυσανία: «Η Σκοτούσσα, η περήφανη πατρίδα του Πολυδάμα, δεν έχει πια κατοίκους στη δική μου εποχή1, γιατί ο Αλέξανδρος, ο τύραννος των Φερών2,παλαιό κρατώντας μίσος, κατέλαβε ξαφνικά την πόλη, σε καιρό ειρήνης και τους Σκοτουσσαίους, όσοι ήταν μαζεμένοι στο θέατρο – γιατί έτυχε να συνεδριάζει η εκκλησία του δήμου εκείνη την ώρα – όλους τους σκότωσε με ακόντια, αφού τους περικύκλωσε με πελταστές και τοξότες3. Από τον άλλο πληθυσμό, ο τύραννος σκότωσε όσους ήταν σε ώριμοι ηλικία και τις γυναίκες και τα παιδιά τα πούλησε, για να πληρώσει τους μισθοφόρους του. Αυτή η φριχτή συμφορά των Σκοτουσσαίων έγινε, όταν επώνυμος άρχοντας στην Αθήνα ήταν ο Φρασικλείδης, κατά το δεύτερο έτος της εκατοστής δεύτερης Ολυμπιάδας, στην οποία ο Δάμωνας από τους Θουρίους είχε κερδίσει τη δεύτερη νίκη του στο στάδιο. Όσοι από τους Σκοτουσσαίους γλίτωσαν, έμειναν μέσα στην ερειπωμένη πολιτεία τους για λίγο καιρό, αλλά και αυτοί, λίγοι όπως ήταν και απροστάτευτοι, αναγκάστηκαν να εκπατριστούν, όταν η μοίρα το ‘φερε να νικηθούν ξανά όλοι οι Έλληνες κατά τον πόλεμο προς τους Μακεδόνες». Αν την όμορφη μικρή πολιτεία, ένας βάρβαρος τύραννος μπόρεσε να ξεριζώσει από τα θεμέλιά και να σκορπίσει τους λίγους ανθρώπους της, όσοι γλίτωσαν από το άγριο μαχαίρι του, όμως το όνομά της δεν μπόρεσε να το εξαφανίσει. Το διατήρησε στους αιώνες ο Πολυδάμας, ο μέγιστος χάρη στα απίθανα κατορθώματά του αθλητής, που είχε πατρίδα του την άτυχη θεσσαλική πόλη την αποικισμένη από τους πρωτοκατοίκους της χώρας, τους Πελασγούς. Γράφει για τον Πολυδάμα ο Παυσανίας, όταν η περιοδεία του τον είχε φέρει να περιδιαβάζει μέσα στην ιερή Άλτι της Ολυμπίας και να περιγράφει τον αμύθητο πλούτο μνημείων, των ιερών, των βωμών, των ναών, αφιερωμάτων, αγαλμάτων και τόσων άλλων αναθημάτων που έβλεπε: «Ο δε επί βάθρω τω υψηλώ Λύσιππω μεν εστίν έργον, μέγιστος δε απάντων εγένετο ανθρώπων πλην των ηρώων καλουμένων…» (Πάνω σε ψηλό βάθρο ο ανδριάντας του Πολυδάμα, είναι έργο του Λυσίππου και παριστάνει τον πιο μεγαλόσωμο απ’ όλους τους ανθρώπους αν εξαιρέσει κανένας εκείνους που ονομάζουμε ήρωες ή καμιά άλλη γενιά ανθρώπων πριν από τους ήρωες. Μέσα όμως στο γένος των θνητών ανθρώπων της δικής μας εποχής, αυτός, ο Πολυδάμας, ο γιος του Νικίου, από τη Σκοτούσσα, υπήρξε ο πιο μεγαλόσωμος)4. Αλλά ο Πολυδάμας δεν έμεινε περίφημος στην ιστορία από το άγαλμά του ή μόνο από τις Ολυμπιακές του νίκες στο παγκράτιο. Αν ακολουθήσουμε την αφήγηση του Παυσανία, θα δούμε ότι η ζωή του μεγάλου αθλητή πέρασε μέσα σε συνέχεια άθλων πολύμορφων και κατορθωμάτων που αναδείκνυαν την απροσμέτρητη δύναμή του και τον παρουσίαζαν ισάξιο με τον Ηρακλή και με τους άλλους αθλητές, αφού τα κατορθώματά του είναι τέτοια, που κανένας άλλος θνητός δεν τα είχε πραγματοποιήσει ως τοτε. Γράφει ο Παυσανίας: «Η ορεινή Θράκη, η δώθε από τον μεγάλο ποταμό τον Νέστο, που κατρακυλά τα λασπωμένα νερά του μέσα από τη χώρα των Αβδηριτών, εκτός από τα άλλα άγρια θηρία, τρέφει και λιοντάρια. Κάποτε, σαν περνούσαν τα στρατεύματα του Ξέρξη, για να κατέβουν στην Ελλάδα, τα λιοντάρια είχαν κάνει μεγάλη φθορά στις καμήλες τις φορτωμένες με τα τρόφιμα του στρατού. Πολλές φορές τα λιοντάρια φτάνουν να περιπλανηθούν κι ως τις περιοχές του Ολύμπου. Η μία πλαγιά του μεγάλου βουνού βλέπει προς τη Μακεδονία, η άλλη προς την αλογοτρόφα Θεσσαλία και στις κοιλάδες του Πηνειού ποταμού. Σ΄ αυτή την περιοχή, ο Πολυδάμας, σεργιανώντας κατά του Ολύμπου τις πυκνοδασωμένες πλαγιές, σκότωσε ένα λιοντάρι, θεριό πελώριο και δυνατό. Και το σκότωσε – το έπνιξε- χωρίς να έχει πάνω του κανένα όπλο. Ο ίδιος, είπε, πως παρακινήθηκε σ’ αυτό το τολμηρό εγχείρημα, από τη φιλοδοξία να μιμηθεί τον παναθλητή τον Ηρακλή, που κι αυτός κατά την παράδοση, χωρίς όπλο νίκησε και έπνιξε το μεγάλο λιοντάρι που κατασπάραζε τους ανθρώπους και τα ήμερα ζωντανά της Νεμέας». Στην Ολυμπία βρέθηκαν τα κομμάτια από το μεγάλο βάθρο πάνω στο οποίο στηριζόταν το άγαλμα του Πολυδάμα. Γύρω στο βάθρο, ανάγλυφες σκηνές παρίσταναν τους άθλους του τρισακουσμένου αθλητή. Τα κομμάτια του βάθρου βρέθηκαν μπροστά στη βορειοανατολική γωνία του ναού του Δία, ανάμεσα σ’ αυτήν και στην Επτάηχη στοά, οπού υπολογίζουν πως πρέπει να ήταν στημένο το άγαλμα. Αυτά τα μισοκατεστραμμένα κομμάτια πιστοποιούν πως ο Παυσανίας, απ’ αυτές τις παραστάσεις και τις σκηνές που διηγούνταν τα ανάγλυφα του βάθρου, μπόρεσε να εξιστορήσει με λεπτομέρειες τα κατορθώματα του Πολυδάμα. «Από μέσα από ένα κοπάδι βόδια», γράφει ο Παυσανίας, «άρπαξε μία φορά τον πιο μεγαλόσωμο και πιο άγριο ταύρο από τη χηλή του ενός πισινού ποδιού και την κρατούσε δυνατά με τα δυο του χέρια. Τραντάζονταν το ζώο, χτυπιόταν, προσπαθούσε με χτυπήματα να ξεφύγει, να λευτερώσει το πόδι του, άφριζε το ζώο, μούγκριζε. Ο Πολυδάμας κρατούσε γερά τη χηλή, ‘ωσπου ο ταύρος, ύστερα από ώρα αφού έβαλε όλη του τη δύναμη, ξέφυγε, αφήνοντας στα χέρια του Πολυδάμα ολόκληρο το νύχι του». Μπορείτε να φανταστείτε την απίθανη σκηνή; Το χοντροδύναμο ζώο να προσπαθεί να ξετινάξει το πόδι του για να το λευτερώσει από τα χέρια του αθλητή κι αυτόν στερεωμένο γερά με τα πόδια του στο έδαφος να κρατά ακλόνητος καθηλωμένο τον μανιασμένο ταύρο, ώσπου να ξεκολλήσει από το πόδι του το νύχι του; Μπορεί τόση δύναμη να μην είναι από θεούς σταλμένη; Συνεχίζει ο Παυσανίας: «Άλλη παράσταση στο βάθρο, ιστορούσε άλλο δύσκολο κατόρθωμα. Έναν ηνίοχο, ο οποίος οδηγούσε το άρμα του με ταχύτητα, τον σταμάτησε. Έπιασε το άρμα από πίσω με το ένα χέρι και ακινήτησε το άρμα, τα άλογα και τον ηνίοχο». Άλλη παράσταση έδειχνε τον βασιλιά των Περσών Δαρείο καθισμένο στο θρόνο του και μπροστά τον Πολυδάμα. Το περιστατικό μοιάζει σχεδόν με παραμύθι. Ο Δαρείος ο Ώχος, νόθος γιος του Αρταξέρξη, ξεγέλασε τον περσικό λαό και με την υποστήριξή του εξεθρόνισε τον Σόγδιο η Σογδιανό, ο οποίος ήταν γνήσιος γιος του Αρταξέρξη και κατέλαβε αυτός την εξουσία. Αυτός ο Δαρείος, μόλις έγινε βασιλιάς, επειδή είχε ακούσει τα περιλάλητα κατορθώματα του Σκοτουσαίου Πολυδάμα, έστειλε ανθρώπους του, του υποσχέθηκε πλούσια δώρα και τιμές και τον έπεισε να έρθει στα Σούσα και να παρουσιαστεί στο παλάτι του για να τον γνωρίσει. Τότε, λοιπόν, του έκανε την πρόκληση, αν μπορεί να μονομαχήσει με τρεις εκλεκτούς Πέρσες από την έμπιστη ακολουθία το, που τους έλεγαν «αθάνατους». Αυτοί οι αθάνατοι ανήκαν στο πιο εκλεκτό σώμα του περσικού στρατού και είχαν λάβει μέρος στην εκστρατεία του Ξέρξη στα 480π.χ. υπό την αρχηγία του Υδάρνη 5. Από τότε χρονολογούσαν την ίδρυση αυτού του εκλεκτού σώματος και το όνομά τους «αθάνατοι» τους είχε δοθεί όχι μόνο γιατί ήταν διαλεγμένοι και πάντα καλογυμνασμένοι, αλλά και γιατί παρέμεναν πάντα κα χιλιάδες και αν κανένας σκοτωνόταν ή πέθαινε, άλλος έπαιρνε τη θέση του, έτσι ώστε ποτέ δεν ήταν ούτε περισσότεροι ούτε λιγότεροι. Ο Πολυδάμας δεν δίστασε ούτε στιγμή να δεχτεί την πρόταση και μονομάχησε με τρεις μπροστά στο βασιλιά Δαρείο. Αυτοί κατέβηκαν στον αγώνα οπλισμένοι με τις μακριές σάρισες και με ξίφη, ενώ ο Πολυδάμας κρατούσε μόνο ένα ρόπαλο. Τους σκότωσε και τους τρεις. Οι Πελληναίοι ισχυρίζονταν ότι τον Πολυδάμα, σαν γύρισε από την Περσία και ξαναήρθε στην Ολυμπία για να αγωνιστεί, τον νίκησε στο παγκράτιο ο συμπατριώτης τους, περίφημος αθλητής Πρόμαχος, νικητής στην Ολυμπία, στον Ισθμό και στη Νεμέα. Οι Θεσσαλοί, όμως, δεν παραδεχόταν αυτόν τον ισχυρισμό και απάντησαν με το επίγραμμα που συμπλήρωσε τις ανάγλυφες παραστάσεις στο βάθρο του αγάλματος του φημισμένου αθλητή τους. Το αντιγράφει ο Παυσανίας: 5. Ηροδ.7.83 «Ω τροφέ Πουλυδάμαντος ανικάτου Σκοτόεσσα». Αλλά, λέει ένας λόγος, σαν βιάζονται οι θεοί, καμία δόξα δεν αργεί να τελειώσει. Το καλό που απλόχερα σκορπούν οι μοίρες με την εντολή των θεών, γρήγορα ξεφτά και των θνητών η ευτυχία μαραίνεται σαν τα λουλούδια. Το τέλος του ανίκητου Πολυδάμα στάθηκε τραγικότατο, σαν το τέλος του γιγανταθλητή, του Μίλωνα του Κροτωνιάτη. Όπως αναφέρει ο Παυσανίας, επρόκειτο η πρόρηση του Ομήρου σχετικά με τους ανθρώπους που το παίρνουν επάνω τους εξαιτίας της πολλής τους δύναμης5, να βρει δικαίωση και για άλλους, αλλά και για τον Πολυδάμα και να καταστραφεί και αυτός εξαιτίας της μεγάλης του δύναμης. Έτυχε να βρεθεί με άλλους φίλους που διασκέδαζαν καλοκαίρι, μέσα σε σπηλιά, όπου μπήκαν να γλιτώσουν τη μεγάλη κάψα. Κατά κακή τους τύχη η οροφή της σπηλιάς άρχισε να στάζει και να πέφτει σε κομμάτια και γίνηκε φανερό πως δεν ήταν να βαστάξει πολύ ακόμα. Μπροστά στην επερχόμενη συμφορά, οι άλλοι πετάχτηκαν έξω και σώθηκαν. Ο Πολυδάμας αποφάσισε να μείνει και σήκωσε τα χέρια να βαστάξει τη στέγει τη σπηλιάς. Αυτή ήταν η μοίρα του. Τον έφαγε η δύναμή του. Καταπλακώθηκε από τα πελώρια βράχια και μέσα στη σκοτεινή σπηλιά, ο τρισακουσμένος Πολυδάμας βρήκε το θάνατο. «93η Ολυμπιάς. Εύκατος Κυρηναίος στάδιον. Παγκράτιον Πολυδάμας, Σκοτουσσαίος, ος εν Πέρσαις παρά Ώχω γενόΜενος λέοντας ανήρει και ωπλισμένος γυμνός κατηγωνίσαΤο, έστη(σε) δε και άρματα ελανόμενα κατά κράτος». (Ευσεβ. Παμφ. Βιβλ. Χρον.1) «Ο δε επί των βάθρω τω υψηλώ Λυσίππου μεν έστιν έργον, μέγιστος δε απάντων εγένετο ανθρώπων, πλην των ηρώων καλουμένων και ει δη τι άλλο ήν προ των ηρώων θνητόν γένος ανθρώπων δε των καθ ΄ ημάς ουτός έστινβ ο μέγιστος Πολυδάμας Νικίου». (Παυσ. VI, 5, 1-3) 6.Ιλ.Ζ. 407 «δαιμόνιαι, φθίσει σε το σον μένος» (δαιμονισμένε, θα σε φάει η δύναμη σου) 1. Γυμνάσιο = Γυμναστήριο 2. Η δημοσίευση της επιγραφής : α. Γιαννόπουλος 1934 – 1935 σ. 145-149 Beguignon (Μπικινιόν) 1935 σελ. 514-519 SEG 32 (Συμπληρωματικές Ελληνικές Επιγραφές) - 1982 σελ. 609 Decourt 1995 s. 64-68 Βιβλιογραφία Υπουργείο Πολιτισμού – Αρχαιολογικό Μουσείο Βόλου, Αγώνες και αθλήματα στην αρχαία Θεσσαλία Παλαιολόγου Κλεάνθης, Θρύλοι από την Ολυμπία Πεντάζου Βαγγέλης – Σαρλα Μαρία, Δελφοί Λουκιανός, Ανάχαρσις ή περι Γυμνασίων Καζαντζάκης Νίκος, Αναφορά στο Γκρέκο Harisson Jane Ellen, Προλεγόμενα στη μελέτη της ελληνικής θρησκείας Βαγενάς Θάνος, Αθλητικοί Αγώνες και διάσημοι αθλητές του Αρχαίου κόσμου Σακελλαρίου Τάκης, Ελλάς και Αθλητισμός
ΚΕΙΜΕΝΟ
Απόστολος Φιρφιρής
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου