Η Μάχη των Φαρσάλων (9 Αυγούστου 48 π.Χ.) ήταν μία αποφασιστική σύγκρουση ανάμεσα στα στρατεύματα του Καίσαρα και του Πομπήιου κατά τον Ρωμαϊκό Εμφύλιο Πόλεμο.
Eίναι αξιοσημείωτη διότι έκρινε τον πόλεμο , αλλά και διότι οι αντίπαλοι έφεραν τον ίδιο οπλισμό, χρησιμοποιούσαν τις ίδιες τακτικές μάχης και είχαν παρόμοια εκπαίδευση.
Το έτος 49 π.Χ. κλιμακώθηκε η ένταση που υπήρχε ανάμεσα στον Γάιο Ιούλιο Καίσαρα(περίπου 100-44 π.Χ.) και στον Πομπήιο (106-48 π.Χ.) σε εμφύλιο πόλεμο. Ο Καίσαρας γρήγορα πήρε τον έλεγχο στην Ιταλία και νίκησε τους υποστηρικτές του Πομπήιου στην Ισπανία. Η αποφασιστική μάχη όμως έμελλε να γίνει στην Ελλάδα. Μια πρώτη σύγκρουση στο Δυρράχιοανάμεσα στον Καίσαρα και τον Πομπήιο ανέδειξε νικητή τον Πομπηίο. Η νίκη αυτή όμως δεν ήταν αποφασιστικής σημασίας.
Οι δυνάμεις του Καίσαρα ανέρχονταν σε 22.000 λεγεωνάριους και περίπου 1.000 ιππείς. Ανάμεσα στους υποστηρικτές του Καίσαρα που πολέμησαν σε αυτή την μάχη ήταν ο Μάρκος Αντώνιος, ο Πούμπλιος Σύλλας, κ.ά.
Οι δυνάμεις του Πομπήιου ανέρχονταν σε 45.000 λεγεωνάριους (11 λεγεώνες) και περίπου 7.000 ιππείς. Ανάμεσα στους υποστηρικτές του Πομπήιου στην μάχη αυτή συγκαταλέγονται οι Λούκιος Δομίτιος Αενόβαρβος, Λαβηινός, κ.ά.
Ο Ιούλιος Καίσαρ στις στρατιωτικές επιχειρήσεις ήταν γνωστός για την ταχύτητα (celeritas) και τον αιφνιδιασμό (improvisum).
Συχνά επέλεγε να επιτεθεί με τα στρατεύματα που είχε στην διάθεσή του, αντί να περιμένει να συγκεντρώσει μεγαλύτερη δύναμη και να δημιουργήσει γραμμές εφοδιασμού, βασιζόμενος στις ικανότητές του και το αξιόμαχο των λεγεώνων του.
Κατά μια ευτυχή συγκυρία, οι εκάστοτε εχθροί του ακολουθούσαν τακτικές που τον διευκόλυναν και στην συγκεκριμένη περίπτωση θα συνέβαινε ακριβώς το ίδιο μοτίβο.
Ο Μάρκος Αντώνιος ήταν ικανός και έμπειρος στρατηγός, δεύτερος στην ιεραρχία και θα οδηγούσε την αριστερή πτέρυγα.
Ο ύπατος & χιλίαρχος Δομίτιος Καλβίνος (Domitius Calvinus) ηγείτο του κέντρου και ο Πούπλιος Κορνήλιος Σύλλας (Publius Cornelius Sulla – ανιψιός του Σύλλα) ο οποίος είχε αντιμετωπίσει με επιτυχία τον Πομπήιο στο Δυρράχιο, θα οδηγούσε την δεξιά πτέρυγα.
Ο Πομπήιος έχαιρε μεγάλης φήμης ως στρατιωτικός διοικητής μετά από μια σειρά νικών και διεκρίνετο για τον λεπτομερή σχεδιασμό και τελειομανία στην εκτέλεση των αποστολών. Ίσως όμως υπήρξε υπέρ του δέοντος προσεκτικός στο πεδίο της μάχης και δεν διέθετε ορμή και τόλμη, δεξιότητες απαραίτητες για έναν ολοκληρωμένο ηγήτορα, οι οποίες θα μπορούσαν να εξασφαλίσουν την νίκη, όταν η κατάσταση δεν εξελισσόταν ομαλά, ή σύμφωνα με το σχέδιο.
Η διοίκηση του Πομπήιου ενισχύθηκε με την ένταξη του Τίτου Λαβιήνου (Titus Labienus) υπαρχηγού του Καίσαρα στην Γαλατική εκστρατεία, ο οποίος είχε αυτομολήσει στους Δημοκρατικούς και θα διοικούσε την μεγάλη δύναμη ιππικού. Επικεφαλής στο κέντρο ήταν ο πρώην ύπατος Σκιπίων Μέτελλος (Scipio Metellus) ενώ ο Σκιπίων ο Αφρικανός (Scipio Africanus) θα διοικούσε την δεξιά πτέρυγα και ο Λούκιος Δομίτιος Αχενόβαρβος (Lucius Domitius Ahenobarbus) το αριστερό άκρο.
Τον Αύγουστο του 48 π.Χ., οι δυο στρατοί βρέθηκαν στην Θεσσαλία. Ο Πομπήιος επιχείρησε πρώτος να επιτεθεί στον Καίσαρα και έτσι οι δυο στρατοί βρέθηκαν αντιμέτωποι κάπου κοντά στη σημερινή πόλη των Φαρσάλων στις 9 Αυγούστου.
Και οι δυο στρατοί παρατάχθηκαν με το ένα πλευρό τους προς τον ποταμό Ενιππέα, σε σημείο με απότομες όχθες.
Ο Πομπήιος ανέπτυξε έντεκα λεγεώνες, αποτελούμενες συνολικά από 47.000 άνδρες, παρατάσσοντας 110 κοόρτεις (στρατιωτική μονάδα – υποομάδα της λεγεώνας) σε σχηματισμό triplica acies (τριπλή σειρά) ήτοι τέσσερις κοόρτεις στην πρώτη γραμμή και από τρείς στην δεύτερη και τρίτη γραμμή. Το μεγαλύτερο μέρος ιππικού, τοξοτών και σφενδονιστών τοποθετήθηκε στο άκρα αριστερό πλευρό κοντά στους λοφίσκους, ενώ ένα μικρότερο τμήμα ιππικού και ελαφρύ πεζικό στην άκρα δεξιά πλευρά απέναντι στον ποταμό Ενιπέα.
Τα επίλεκτα στρατεύματα έλαβαν θέση στα πλευρά και στο κέντρο, με τους βετεράνους να είναι διασκορπισμένοι σε όλη την διάταξη προκειμένου να υποστηρίξουν τους άπειρους σε συνθήκες μάχης στρατιώτες. Το μήκος της πρώτης γραμμής ήταν περίπου 4 χλμ. και το σχέδιο του Πομπηίου ήταν να στείλει το ιππικό γύρω από τα πλευρά του εχθρού και να επιτεθεί εκ των όπισθεν, ενώ το πεζικό θα πίεζε μετωπικά, με αποτέλεσμα τα στρατεύματα του Καίσαρα να συνθλίβονταν μεταξύ των δύο μετώπων. Ο ίδιος ο Πομπήιος έλαβε θέση στο πίσω μέρος της αριστερής πτέρυγας.
Ο Καίσαρ παρέταξε τα στρατεύματά του απέναντι από τις θέσεις του Πομπήιου, σε ισόμηκες μέτωπο και για να το πράξει αραίωσε τις γραμμές του. Στη διάθεσή του υπήρχαν μόνο εννέα λεγεώνες αποτελούμενες από 22.000 άνδρες, κατανεμημένες σε 80 κοόρτεις, σημαντικά λιγότερες από του αντιπάλου του. Ο ίδιος έλαβε θέση απέναντι από τον Πομπήιο, πίσω από την καλύτερη λεγεώνα, την Χ (δέκατη) στη δεξιά πτέρυγα. Το ελαφρύ πεζικό του τοποθετήθηκε δεξιά του κέντρου. Ως ενίσχυση έναντι του υπέρτερου αριθμητικά ιππικού του Πομπηίου (6.700 έναντι 1.000) μετακίνησε 6 κοόρτεις (2.000 άνδρες) από την πίσω γραμμή, προκειμένου να ενεργούν ως εφεδρείες στο δεξιό πλευρό, τοποθετώντας τους σε λοξή γωνία.Πράγματι, το ιππικό του Πομπήιου έτρεψε σε φυγή τους ιππείς του Καίσαρα όμως βρέθηκε αντιμέτωπο με μια αναπάντεχη έκπληξη.
Ο Καίσαρας είχε προβλέψει την κίνηση αυτή του Πομπήιου και είχε τοποθετήσει στην δεξιά του πτέρυγα, πίσω από το ιππικό του, 2000 επίλεκτους λεγεωνάριους. Οι λεγεωνάριοι αυτοί, χρησιμοποιώντας ως δόρατα τα ακόντιά τους (λατ. pilum, πίλουμ), κατάφεραν να τρέψουν σε φυγή το ιππικό του Πομπήιου. Ο Καίσαρ γνωρίζοντας ότι το εχθρφικό ιππικό αποτελείτο απο γόνους αριστοκρατικών οικογενειών που έδιναν έμφαση στην εμφάνιση, έδωσε εντολή στους λεγεωνάριους να στοχεύουν το πρόσωπο των αντιπάλων…. Ήταν ένα ακόμα τέχνασμα ψυχολογίας του πολέμου, που δικαιολογεί την φήμη του Καίσαρα.Η άτακτη υποχώρηση του ιππικού, η επίθεση των εφεδρειών του Καίσαρα και ενδεχομένως η επαναδραστηριοποίηση της μειωμένης δύναμης ιππικού, είχε ως αποτέλεσμα την πλήρη κατάρρευση, αφήνοντας την αριστερή πτέρυγα του Πομπηίου εξ ολοκλήρου εκτεθειμένη. Έχοντας εμπλέξει και τις τρεις γραμμές πεζικού ο Πομπήιος δεν διέθετε εφεδρική δύναμη για να αποκρούσει την νέα απειλή και ακριβώς εκείνη την στιγμή, ο Καίσαρ εξαπολύει την τρίτη γραμμή πεζικού στη μάχη.Τα στρατεύματα του Πομπήιου αρχικά αντιστάθηκαν στην επίθεση και κράτησαν πειθαρχημένο σχηματισμό, αλλά τελικά χωρίς βοήθεια, λόγω εγκατάλειψης των πολυεθνικών συμμαχικών στρατευμάτων, οι λεγεώνες υποχώρησαν ολοταχώς προς τους λόφους. Ο Πομπήιος αποχώρησε απογοητευμένος στο στρατόπεδό του και στην συνέχεια εγκατέλειψε το πεδίο, ιππεύοντας για Λάρισα ακολουθούμενος από μια μικρή ομάδα πιστών συνοδών, ενδεδυμένος ως απλός στρατιώτης.Ο Καίσαρ συνεχίζοντας την προέλαση κατέστρεψε το στρατόπεδο αναγκάζοντας την εναπομείνασα δύναμη στρατού του Πομπηίου να καταφύγει στο λόφο Καλόγηρο, τον οποίο πολιόρκησε και με τέσσερις λεγεώνες απέκοψε τα στρατεύματα του εχθρού, όταν προσπάθησαν να υποχωρήσουν στην Λάρισα.
Το πρωί της 10ης Αυγούστου ο στρατός του Πομπηίου παρέδωσε τον οπλισμό του. Ο Καίσαρας ισχυρίστηκε ότι σκοτώθηκαν 15.000 εχθροί, αλλά ο πραγματικός αριθμός είναι περίπου 6.000 νεκροί από την Δημοκρατική πλευρά και 1.200 λεγεωνάριοι του Καίσαρα.
Οι περισσότεροι από τους Δημοκρατικούς ηγέτες εγκατέλειψαν το πεδίο της μάχης, ελπίζοντας να μεταφέρουν τον πόλεμο στην Αφρική, αλλά η νίκη ανήκε στον Καίσαρα.
Ο Στράβων, ιστορικός και γεωγράφος, αναφέρει δύο πόλεις, τον Παλαιφάρσαλο και τον Φάρσαλο, στα ιστορικά χρόνια. Η δήλωσή του ότι το Θετίδειον, ο ναός στα νότια της Σκοτούσσης, ήταν «κοντά στους δυο Φαρσάλους, τον παλαιό και τον νέο», ίσως να σημαίνει ότι οι δύο πόλεις δεν ήταν διπλανές. Αν και η μάχη του 48 π.Χ. ονομάζεται η «Μάχη των Φαρσάλων», τέσσερις αρχαίοι συγγραφείς – ο γραφέας του Bellum Alexandrinum (48.1), ο Frontinus (Strategemata 2.3.22), ο Eutropius (20), και ο Orosius (6.15.27) – τοποθετούν τη μάχη κατηγορηματικά κοντά στον Παλαιφάρσαλο. Το 198 π.Χ. ο Φίλιππος E’ είχε λεηλατήσει τον Παλαιφάρσαλο (Λίβιου Ab urbe condita 32.13.9).
Αν η νέα πόλη είχε βρεθεί διπλανή στην παλαιά, ο Φίλιππος θα είχε λεηλατήσει και τις δυο πόλεις, και ο Λίβιος θα είχε γράψει «Φάρσαλο» αντί για «Παλαιφάρσαλο».
Ο Άγγλος ιστορικός F. L. Lucas έχει αποδείξει (Annual of the British School at Athens, No. XXIV, 1919-21) ότι η Μάχη των Φαρσάλων έλαβε χώρα βόρεια του ποταμού Ενιπέως, κοντά στο σημερινό χωριό της Κρήνης (η πρώην Δρίσκολη), και ο Αμερικανός αρχαιολόγος ο John D. Morgan (‘Palae-pharsalus – the Battle and the Town’, The American Journal of Archaeology, Vol. 87, No. 1, Jan. 1983), υποστηρίζει ότι η Κρήνη είναι χτισμένη στη θέση του Παλαιφαρσάλου, όπου ο αρχαίος δρόμος από τη Λάρισα έβγαινε από τους λόφους στη βόρεια πλευρά της Πεδιάδας των Φαρσάλων.


Capture.PNGkk
Share on Google Plus

About kalimerisnikos

Author Details