Επτά προτάσεις από την ΠΑΣΕΓΕΣ για την επιβίωση του αγροτικού τομέα



ιδιαίτερα μεγάλη συμμετοχή, χαρακτηριστική της αγωνίας που κατέχει τον αγροτικό κόσμο, πραγματοποιείται από το πρωί στην Αθήνα η σύσκεψη που συγκάλεσε η ΠΑΣΕΓΕΣ με τα στελέχη των ΕΑΣ και τους εκπροσώπους των υπόλοιπων αγροτικών οργανώσεων, προκειμένου να συζητηθούν οι επιπτώσεις της κρίσης που πλήττει τον κλάδο. Στην ομιλία του ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ διατύπωσε τις επτά βασικές προτάσεις άμεσης υλοποίησης, καθώς και τα απαραίτητα μεσομακροπρόθεσμα μέτρα για την επιβίωση του αγροτικού τομέα.

Οι θέσεις και προτάσεις της ΠΑΣΕΓΕΣ για την αντιμετώπιση της κρίσης στον αγροτικό τομέα, όπως τις παρουσίασε ο Τζανέτος Καραμίχας έχουν ως εξής:

Εισαγωγή

Σε μία περίοδο μεγάλων πολιτικών και οικονομικών ανακατατάξεων σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο, σε μια περίοδο έντονης ρευστότητας και απρόβλεπτων οικονομικών εξελίξεων, όπου η ανοχή και αντοχή του κόσμου άγγιξε τα όριά της, δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι βρισκόμαστε στον προθάλαμο κοινωνικών εκρήξεων. Το κλίμα που επικρατεί σήμερα στους αγρότες, τους εργαζόμενους και τους μικροεπαγγελματίες είναι ο φόβος και η αγωνία επιβίωσης για το σήμερα, η αβεβαιότητα, η ανασφάλεια και η απαισιοδοξία για το αύριο.

Από τον περασμένο Οκτώβριο η ΠΑΣΕΓΕΣ είχε προβλέψει την επερχόμενη κρίση στον αγροτικό τομέα, είχαμε επισημάνει τα προβλήματα και στη συνεδρίασή της στις 23 Οκτωβρίου 2008 είχε αποφασίσει τόσο τα προβλήματα των αγροτών και των κτηνοτρόφων όσο και την ανασυγκρότηση και εξυγίανση του συνεταιριστικού κινήματος να την αντιμετωπίσει από μηδενική βάση.

Πριν μερικά χρόνια ο υπαρκτός σοσιαλισμός κατέρρευσε κάτω από την πίεση του καπιταλισμού και των εσωτερικών του αντιφάσεων. Στις μέρες μας ο καπιταλισμός κλυδωνίζεται (ουσιαστικά χωρίς ιδεολογικό αντίπαλο) κάτω από το βάρος των ανισοτήτων και των αδικιών που παράγει στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης. Το σύστημα βρίσκεται σε κρίση και για να ισορροπήσει πρέπει το Κράτος να αναλάβει πρωτοβουλίες ενίσχυσης και ισχυροποίησης των θεσμών και αναδείξης του ρυθμιστικού του ρόλου.

Τα τελευταία χρόνια, ο πρωτογενής αγροτικός τομέας στη χώρα μας βρίσκεται σε μια συνεχή πορεία συρρίκνωσης με το ποσοστό συμμετοχής του στο ΑΕΠ να περιορίζεται στο 3,2% το 2007. Βέβαια αν συνυπολογισθεί και η μεταποίηση αγροτικών προϊόντων τότε το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε διψήφιο νούμερο.
Κατά τη διάρκεια της περυσινής χρονιάς άλλοι 19 χιλιάδες αγρότες εγκατέλειψαν, με τον ένα ή άλλο τρόπο, την αγροτική δραστηριότητα, μειώνοντας κατά 3,7% τους απασχολούμενους στον πρωτογενή τομέα.
Στα προαναφερόμενα προστίθενται η εκτίναξη στα ύψη του ελλείμματος του εμπορικού αγροτικού ισοζυγίου, το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ τιμών παραγωγών και καταναλωτή και η μεγάλη εξάρτηση του αγροτικού εισοδήματος από τις κοινοτικές επιδοτήσεις.
Η μείωση τιμών πώλησης στα αγροτικά προϊόντα σε συνδυασμό με τη συνεχή αύξηση του κόστους παραγωγής (πετρέλαιο, λιπάσματα, φυτοφάρμακα κ.ά.) έχουν μειώσει κατά 26% περίπου το αγροτικό εισόδημα στο διάστημα της πενταετίας 2004-2008.

Μπροστά σε αυτή τη ζοφερή πραγματικότητα οι ευθύνες όλων μας είναι ιδιαίτερα σημαντικές. Έχοντας σαν ισχυρό όπλο τις εμπειρίες από το παρελθόν καλούμαστε σήμερα όλοι μας να σχεδιάσουμε και εφαρμόσουμε πολιτικές, να δούμε και να ξαναδούμε από μηδενική βάση κάποια πράγματα, να επαναπροσδιορίσουμε στόχους και δράση προκειμένου να αναχαιτίσουμε και γιατί όχι να αντιστρέψουμε αυτή την κατάσταση. Κάτι τέτοιο είχαμε επισημάνει στη διάρκεια της προηγούμενης Γενικής μας Συνέλευσης (3.7.2008) και μάλιστα ήχησε παράτονα αυτό που είχαμε πει ότι δηλαδή θα πρέπει «οι σοσιαλιστές να γίνουν περισσότερο σοσιαλιστές, οι χριστιανοδημοκράτες να γίνουν λιγότερο φιλελεύθεροι αποστασιοποιούμενοι από τη θεοποίηση της αγοράς, τα μικρότερα κόμματα να μιλήσουν περισσότερο προγραμματικά, οι συνεταιριστές να γίνουν πιο καλοί και πιο αποτελεσματικοί, οι αγρότες να γίνουν πιο υπεύθυνοι και γενικά όλοι οι κοινωνικοί και οικονομικοί εταίροι να ασκήσουν περισσότερο υπεύθυνα το θεσμικό τους ρόλο».

Αν σε όλα αυτά προστεθούν και τα μόνιμα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής γεωργίας, όπως η έλλειψη γεωργικής γης (πάνω από το 50% της γεωργικής γης ανήκει σε μη αγρότες), το τεράστιο πρόβλημα της άρδευσης που εντείνεται λόγω της ανομβρίας, ο μικρός και πολυτεμαχισμένος κλήρος, τα σοβαρά ελλείμματα σε θέματα εκπαίδευσης, κατάρτισης, επιμόρφωσης και αγροτικής έρευνας, η αρνητική ηλικιακή διάρθρωση, οι χαμηλές παροχές κοινωνικής ασφάλισης των αγροτών, η συνεχιζόμενη υποβάθμιση του περιβάλλοντος και η εντεινόμενη τάση αποεπένδυσης του πρωτογενή τομέα, τότε εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι υπάρχει άμεση αναγκαιότητα λήψης συγκεκριμένων μέτρων.
Για το σκοπό αυτό, η ΠΑΣΕΓΕΣ ανέλαβε πρωτοβουλία διαμόρφωσης μιας σειράς άμεσων αλλά και μεσομακροπρόθεσμων μέτρων, η υλοποίηση των οποίων εκτιμάται ότι είναι δυνατόν να αναστρέψει την αρνητική πορεία του αγροτικού τομέα και να συμβάλλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη της υπαίθρου.

Α. Μέτρα Άμεσης Υλοποίησης

Τα μέτρα άμεσης υλοποίησης που προτείνουμε διαρθρώνονται σε 7 δράσεις που είναι πρώτης προτεραιότητας και κατά την άποψή μας χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης :

1.Αναστολή πληρωμών (πάγωμα) όλων των χρεών των αγροτών και των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων

Στο μέτρο αυτό μπορούν να ενταχθούν όλοι οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες. Τα βραχυπρόθεσμα αγροτικά χρέη (καλλιεργητικά, κτηνοτροφικά, στεγαστικά κλπ) ανανεώνονται άτοκα για τρία έτη (2008-2009 και 2010) και καταβάλλονται το 2011.

Οι αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις μεσομακροπρόθεσμων (ΜΜ) δανείων (λήξης 2008, 2009 και 2010) μετατρέπονται σε νέο δάνειο που θα καταβληθεί χωρίς την επιβάρυνση τόκων, το 2011.

Οι τόκοι των δανείων για το διάστημα που παγώνουν δεν θα επιβαρύνουν τους αγρότες, αλλά το λογαριασμό "εκτάκτων εσόδων" του Ν. 128/75 ή θα αποτελέσουν δημοσιονομική επιβάρυνση.

Το ύψος τους εκτιμάται ότι θα ανέλθει συνολικά σε 250 εκατ. € ενώ το εγγυημένο από το Ελληνικό Δημόσιο κεφάλαιο για το διάστημα 2008-2009-2010, υπολογίζεται σε 1220 εκατ. € (523 εκατ. € χρεολύσια ΜΜ δανείων και 697 εκατ. € βραχυπρόθεσμα δάνεια).

Στο ίδιο μέτρο πρέπει να ενταχθούν τα βραχυπρόθεσμα και τα μεσοπρόθεσμα δάνεια των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων. Σημειώνεται ότι ο κύκλος εργασιών των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων αντιπροσωπεύει το 32% περίπου της τιμολογημένης αξίας της αγροτικής παραγωγής της χώρας. Αρκεί να αναφερθεί ότι ο κύκλος εργασιών των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών και των κοινοπραξιών τους ανέρχεται το 2007 σε 850 εκατ. € περίπου. Στις επιχειρήσεις αυτές, που απασχολούν περισσότερους από 4.500 εργαζόμενους, το σύνολο των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών τους εκτιμάται σε 384 εκατ. € και των μεσοπρόθεσμων σε 203 εκατ. € περίπου. Να σημειωθεί ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ΕΑΣ από βραχυπρόθεσμα δάνεια, ανέρχονται στο ύψος των 26 εκατ. € (7,6%) και από μεσοπρόθεσμα δάνεια στο ύψος των 65 εκατ. € (31,5%).

2.Αύξηση της επιστροφής ΦΠΑ προς τους αγρότες σε ποσοστό 12%,

Κρίνεται αναγκαίο οι συντελεστές επιστροφής ΦΠΑ για όλα τα προϊόντα φυτικής και ζωικής παραγωγής να αυξηθούν οριζόντια σε ποσοστό 12%. Εντούτοις για κάποια προϊόντα που βρίσκονται σε κρίση λόγω εξαιρετικά χαμηλών εμπορικών τιμών ή ανυπαρξία αγοράς (αραβόσιτος, ελαιόλαδο), η επιστροφή ΦΠΑ πρέπει να ανέρχεται σε ποσοστό 15%.

Το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος της πρότασης αυτής εκτιμάται στο ύψος των 170 εκατ. ευρώ ετησίως και προκύπτει ως εξής :

α) Με τον ισχύοντα συντελεστή επιστροφής 7% στην φυτική και ζωική παραγωγή η αξία τιμολογημένης παραγωγής 4.000.000.000 ευρώ x 7% υπολογίζεται ίση με 280.000.000 €. Με ποσοστό επιπλέον συντελεστή 5% μόνο για βαμβάκι και καπνό (το ποσοστό αυτό χορηγείται ετήσια χωρίς καμία νομοθετική ρύθμιση), η δαπάνη ανέρχεται σε 30.000.000 €. Συνολικά η σημερινή δαπάνη εκτιμάται σε 310.000.000 €.

β) Με αύξηση του συντελεστή επιστροφής ΦΠΑ σε ένα ενιαίο ποσοστό 12% για την φυτική και τη ζωική παραγωγή (χωρίς διάκριση για βαμβάκι, καπνό) τότε το δημοσιονομικό κόστος υπολογίζεται ίσο με (αξία τιμολογημένης παραγωγής 4.000.000.000 x 12%) 480.000.000 €.

γ) Η διαφορά δημοσιονομικού κόστους σε σχέση με το υφιστάμενο καθεστώς ανέρχεται σε (480.000.0000 – 310.000.000 ) 170.000.000 €.

Σημειώνεται ότι η επιστροφή Φ.Π.Α. με συντελεστή 15% για προϊόντα που πωλούνται κάτω του κόστους,, δεν επηρεάζει το δημοσιονομικό κόστος λόγω του μικρότερου της βάσης που υπολογίζεται (μικρότερη αξία από την φυσιολογική τιμή της αγοράς των πωλουμένων προϊόντων).

3 Επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Πετρελαίου σε ποσοστό 4% επί των τιμολογίων πώλησης αγροτικών προϊόντων.

Η επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης του πετρελαίου πρέπει να ανέρχεται σε ενιαίο ποσοστό 4% επι των τιμολογίων πώλησης των αγροτικών προϊόντων. Εντούτοις το ποσοστό αυτό μπορεί να αυξομειώνεται από 3% μέχρι 5% ανάλογα με τις εμπορικές τιμές διάθεσης των προϊόντων.
Τη λογική της περιστολής δαπανών ακολούθησε η πρόσφατη απόφαση της Κυβέρνησης αλλοιώνοντας τα πραγματικά δεδομένα, με σκοπό να περιορίσει το ποσό επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαίου στους αγρότες. Το ποσό που τελικά πιστώθηκε το 2008 στους λογαριασμούς των αγροτών ανήλθε σε 116 εκατ. €, έναντι των 229 εκατ. € που είχε εκτιμήσει η ΠΑΣΕΓΕΣ, με βάση τους δείκτες μηχανικής απασχόλησης για κάθε κατηγορία φυτικής και ζωικής παραγωγής

Από την άλλη πλευρά σημειώνεται ότι οι αγρότες που καλλιεργούν κηπευτικά, αλλά και τα θερμοκήπια δεν θα εισπράξουν επιστροφή, αφού δεν επιδοτούνται και τα στοιχεία τους δεν υπάρχουν στον ΟΠΕΚΕΠΕ, που τηρεί τους λογαριασμούς των δικαιούχων κοινοτικών ενισχύσεων μόνο. Με το προηγούμενο σύστημα με βάση την τιμολόγηση, οι αγρότες αυτοί εισέπρατταν κανονικά με βάση τα τιμολόγιά τους, το ανάλογο ποσό επιστροφής

Να σημειωθεί ότι με την πρόσφατη απόφαση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων δεν καλύπτονται όλοι οι κλάδοι της ζωικής παραγωγής. Εξαιρείται για παράδειγμα η πτηνοτροφία. Είναι συνεπώς αναγκαίο στην προτεινόμενη ρύθμιση του ενιαίου συντελεστή 4% επί ακαθάριστων εσόδων να περιληφθεί η πτηνοτροφία, αλλά και όλοι οι κλάδοι ζωικής παραγωγής που χρησιμοποιούν πετρέλαιο κίνησης.

Το επιπλέον δημοσιονομικό κόστος στην επιστροφή του Ε.Φ.Κ. στο πετρέλαιο κίνησης εκτιμάται στο ύψος των 44 εκατ. ευρώ και προκύπτει ως εξής :

α) Με βάση την ισχύουσα ρύθμιση και την καταβολή με στοιχεία του ΟΣΔΕ η επιστροφή του Ε.Φ.Κ του πετρελαίου στους αγρότες ανέρχεται σε 116.000.000 Ευρώ (426.500.000 λίτρα x 0,272 ευρώ).

β) Με την πρότασή μας για αύξηση της επιστροφής του Ε.Φ.Κ. με συντελεστή 4% επί ακαθάριστων εσόδων προκύπτει δημοσιονομικό κόστος ίσο με (4.000.000.000 x 4% =) 160.000.000 Ευρώ.

γ) Στην περίπτωση εφαρμογής του συντελεστή 4% στην επιστροφή του ΕΦΚ το επιπλέον Δημοσιονομικό κόστος ανέρχεται σε (160.000.000 - 116.000.000) 44.000.000 Ευρώ.

Να σημειωθεί ωστόσο ότι στο επιπλέον αυτό κόστος συμπεριλαμβάνεται η επιστροφή ΕΦΚ και για τα κηπευτικά και για την πτηνοτροφία - κλάδοι που είχαν αναιτιολόγητα εξαιρεθεί από την πρόσφατη ρύθμιση του Υπουργείου.

4. Ενίσχυση των επενδύσεων στον πρωτογενή τομέα χωρίς καμία περικοπή στο νέο Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συνεχής πτώση των επενδύσεων στον πρωτογενή τομέα, που λαμβάνει τα χαρακτηριστικά αποεπένδυσης. Σύμφωνα με πρόσφατη (2005) μελέτη του ΚΕΠΕ, η αποεπένδυση στον πρωτογενή τομέα είναι της τάξεως του 2,5% ετησίως. Να σημειωθεί ότι πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης 2007–2013 και διαπιστώνουμε, σε σχέση με το Γ’ ΚΠΣ μείωση της εθνικής χρηματοδότησης κατά 14 ποσοστιαίες μονάδες, κάλυψη της κοινοτικής συνδρομής (3,7 δις ευρώ) κατά 28% περίπου από πόρους που παρακρατούνται από τους αγρότες - ως συνέπεια των άστοχων διαπραγματεύσεων στις Βρυξέλλες τον Απρίλη του 2004, αλλά και καθυστερήσεις από ανειλημμένες υποχρεώσεις και έργα-γέφυρες της προηγούμενης περιόδου που θα απορροφήσουν το 25% περίπου της διατιθέμενης δημόσιας δαπάνης.

Ελάχιστοι είναι εξάλλου οι διατιθέμενοι πόροι για επενδύσεις στον αγροτικό τομέα ιδίως εκείνες που αναφέρονται στην πρωτογενή παραγωγή. Το μέτρο που αναφέρεται στον εκσυγχρονισμό των εκμεταλλεύσεων (Σχέδια Βελτίωσης), αναφέρει συνολική δημόσια δαπάνη της τάξεως των 450 εκ. ευρώ, ποσό που αντιπροσωπεύει το 8,8% της συνολικής δημόσιας δαπάνης έναντι 17,3% του Γ΄ ΚΠΣ. Τονίζεται επίσης ότι στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται και ανειλημμένες υποχρεώσεις από Γ’ ΚΠΣ, ύψους 230 εκ. ευρώ, οι οποίες θα καλύψουν σημαντικό μέρος των διατιθεμένων πόρων. Πρόκειται συνεπώς για μια πολύ περιορισμένη δυνατότητα υλοποίησης νέων επενδύσεων, που σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα διατιθέμενα στοιχεία καλύπτονται μέχρι του ύψους των 250 εκ. ευρώ για το σύνολο της προγραμματικής περιόδου.

Καθίσταται συνεπώς αναγκαία η τροποποίηση του προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης 2007-2013, έτσι ώστε να αυξηθούν οι πόροι για επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα στο ύψος της δημόσιας δαπάνης που προϋπολογίστηκε (450 εκατ. €).

Τέλος οφείλεται κατά προτεραιότητα να εξεταστεί η χρηματοδότηση αγροτών, αλλά και συνεταιριστικών επιχειρήσεων, προκειμένου να ενταχθούν σε προγράμματα αξιοποίησης ήπιας μορφής ενέργειας (φωτοβολταϊκά κλπ) γιατί κρίνεται αναγκαία η δημιουργία συμπληρωματικού εισοδήματος στον αγροτικό χώρο, με στόχο να παραμείνουν στο επάγγελμα οι αγρότες, αλλά και να διατηρηθεί ο παραγωγικός ιστός στην περιφέρεια.

5. Χρηματοδότηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων για την απορρόφηση των προϊόντων που παραμένουν αδιάθετα

Επειδή η κατάρρευση των τιμών έχει δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα στη διάθεση βασικών αγροτικών προϊόντων, είναι απαραίτητο να υπάρξει χρηματοδότηση των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων της χώρας (ως φορέων συγκέντρωσης), όπου και όποτε χρειαστεί με ενιαίους όρους και προϋποθέσεις, με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, με σκοπό την απορρόφηση των αδιάθετων ποσοτήτων προϊόντων που έχουν συγκομιστεί, σε συγκεκριμένες περιοχές της χώρας.

Ειδικότερα προτείνεται :

α) Χρηματοδότηση με την εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου σε κάθε φορέα συγκέντρωσης.
β) Επιδότηση του επιτοκίου κατά 100%.
γ) Η χρηματοδότηση να γίνεται μετά από αίτηση του φορέα στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και η χορήγηση της εγγύησης να παρέχεται από το Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών.

6. Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων οφειλών των αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων προς το Δημόσιο

Προκειμένου να αντιμετωπιστούν από τις αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις τα άμεσα προβλήματα που δημιουργεί η οικονομική κρίση, κρίνεται απόλυτα αναγκαίο να ρυθμιστούν οι υφιστάμενες ληξιπρόθεσμες οφειλές τους προς το Δημόσιο, κατά τρόπο ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν στην πληρωμή τους.

Προτείνεται ειδικότερα οι βεβαιωμένες οφειλές που κατέστησαν ληξιπρόθεσμες μέχρι 30.11.2008, μετά από αφαίρεση των εκπρόθεσμων προσαυξήσεων, να καταβάλλονται σε εκατόν είκοσι ισόποσες μηνιαίες δόσεις. Με την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή και εφόσον εξυπηρετούνται οι τρέχουσες δόσεις, παρέχεται παράλληλα η ευχέρεια προς το Δημόσιο, να εισπράξει συγκεκριμένα έσοδα.

7. Δημιουργία Ταμείου Εγγυοδοσίας τόσο για αγρότες επενδυτές, όσο και για τις μικρομεσαίες αγροτικές - συνεταιριστικές επιχειρήσεις

Είναι προφανές ότι για την αντιμετώπιση της κατάστασης αυτής επιβάλλεται η θεσμοθέτηση ενός Ταμείου Εγγυοδοσίας Συνεταιριστικών Οργανώσεων (Τ.Ε.Σ.Ο.) το οποίο θα λειτουργεί ως χρηματοδοτικό εργαλείο για να παρέχει :
α) Εγγυήσεις και αντεγγυήσεις, με ευνοϊκούς όρους, στο χρηματοπιστωτικό και χρηματοοικονομικό σύστημα της χώρας, υπέρ των μικρομεσαίων αγροτικών επιχειρήσεων και των συνεταιριστικών οργανώσεων, καλύπτοντας σημαντικό μέρος, του ύψους των πιστωτικών διευκολύνσεων που τους χορηγούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

β) Εγγυήσεις ώστε να εγκριθεί (εάν προτιμηθεί) η αναγκαία χρηματοδοτική μίσθωση από εταιρία LEASING.

γ) Επιδότηση από το Ταμείο μέχρι 80% του εκάστοτε συμβατικού επιτοκίου. Ειδικά για την αντιμετώπιση των συνεπειών της χρηματοοικονομικής κρίσης, κατά τα έτη 2009 και 2010 το επιτόκιο του δανείου, ή της χρηματοδοτικής μίσθωσης, που αφορά σε επενδύσεις, ή κεφάλαιο κίνησης και είναι εγγυημένο από το νεοϊδρυόμενο Ταμείο Εγγυοδοσίας, θα επιδοτείται κατά 100%.

δ) Εγγυήσεις για την υλοποίηση σχεδίων επιχειρηματικής εξυγίανσης των υπό συγχώνευση αγροτικών συνεταιριστικών οργανώσεων.

Δεν είναι δυνατό ένα μικρό τμήμα έστω των πόρων (28 δις ευρώ) που διαθέτονται για τη στήριξη του τραπεζικού τομέα να μην στρέφεται μονοσήμαντα προς τη στήριξη της αγροτικής οικονομίας.

Β. Μέτρα μεσο-μακροπρόθεσμης απόδοσης

Τα μεσο-μακροπρόθεσμα μέτρα διαρθρώνονται σε 4 βασικούς άξονες πολιτικής.και σε οριζόντια μέτρα ιδιαίτερης σημασίας:

Κοινωνικές πολιτικές

Έρευνα και εκπαίδευση

Μέτρα αγροτικής ανάπτυξης

Συνεταιρισμοί και θεσμοί


1. Κοινωνικές πολιτικές

Με δεδομένη την αναγκαιότητα της συγκράτησης του πληθυσμού και ιδιαίτερα της νεολαίας στην ύπαιθρο, αλλά και τη διατήρηση και ενίσχυση του αγροτικού επαγγέλματος, που αποτελεί προϋπόθεση για την κάλυψη των διατροφικών αναγκών της χώρας μας, αλλά και για την προστασία του περιβάλλοντος, προτείνονται τα ακόλουθα μέτρα κοινωνικής πολιτικής:

1.1. Καταβολή του επιδόματος του ΕΚΑΣ στους συνταξιούχους του ΟΓΑ

Όπως είναι γνωστό, όλες οι κατηγορίες των συνταξιούχων της χώρας απολαμβάνουν το ΕΚΑΣ στην περίπτωση που το εισόδημά τους είναι χαμηλότερο από το εκάστοτε θεσμοθετημένο όριο χορήγησης του. Κατά συνέπεια κρίνεται απαραίτητη η εφαρμογή του και στην περίπτωση των συνταξιούχων του ΟΓΑ με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις.

Σήμερα το ΕΚΑΣ καταβάλλεται στους μικροσυνταξιούχους ως εξής:

Μέχρι 7.058,41 € ετήσιο εισόδημα : 230 € ανά μήνα
Μέχρι 7.335,25 € ετήσιο εισόδημα : 172,5 € ανά μήνα
Μέχρι 7.519,74 € ετήσιο εισόδημα : 115 € ανά μήνα
Μέχρι 7.750,42 ετήσιο εισόδημα : 57 € ανά μήνα

1.2. Πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας στους ασφαλισμένους του ΟΓΑ

Ένα από τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο αγροτικός πληθυσμός σήμερα είναι η σχεδόν παντελής έλλειψη πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας. Υποστηρίζεται βέβαια από πολλούς ότι οι αγρότες δεν πλήρωναν εισφορές, δεν είχαν δηλαδή ταμείο κύριας ασφάλισης, όμως αυτό σήμερα δεν συμβαίνει. Έτσι καθίσταται επιβεβλημένη η ανάγκη εφαρμογής από τον ΟΓΑ ενός σχεδίου κάλυψης της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στους ασφαλισμένους του ως εξής:

α) Πλήρη κάλυψη της ιατρικής επίσκεψης κατά το πρότυπο των ασφαλισμένων του Δημοσίου. Ο ΟΓΑ δηλαδή να συνάπτει συμβάσεις με ιδιώτες ιατρούς, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να παρέχουν τις ιατρικές τους υπηρεσίες στον αγροτικό πληθυσμό, χωρίς καμία επιβάρυνση των ασφαλισμένων αγροτών.

β) Ο Ο.Γ.Α. θα πρέπει να συμβληθεί με όλα τα διαγνωστικά κέντρα, όπου οι αγρότες με το παραπεμπτικό του ιατρού τους, θα μπορούν να πραγματοποιούν όλες τις εξετάσεις τους δωρεάν.

γ) Επειδή το κόστος της φαρμακευτικής περίθαλψης έχει αυξηθεί, εξαιτίας και της κατάργησης της λίστας φαρμάκων, προτείνεται η μείωση της συμμετοχής των ασφαλισμένων στο 10%. Σήμερα μεγάλο μέρος της αγροτικής σύνταξης αναλώνεται στην αγορά των φαρμάκων.

1.3. Πρόσθετα ζητήματα που χρήζουν ρύθμισης:

α) Μείωση των 7 ασφαλιστικών κατηγοριών σε 4, με την κατάργηση των 3 πρώτων εξ’ αυτών, στην κατεύθυνση της αύξησης της κύριας αγροτικής σύνταξης. Σήμερα η κύρια αγροτική σύνταξη στη πρώτη κατηγορία ανέρχεται σε 208€, 250€ ή 293€ για ασφάλιση 25, 30 ή 35 χρόνων αντίστοιχα.
β) Ασφάλιση των μελών των γυναικείων αγροτικών συνεταιρισμών στον ΟΓΑ.
γ) Εφαρμογή της διαδοχικής ασφάλισης και στους συνταξιοδοτηθέντες αγρότες πριν το 1998.
δ) Κατάργηση της υποχρέωσης ασφάλισης των αλλοδαπών εργατών τουλάχιστον στην 5η ασφαλιστική κατηγορία του κλάδου κύριας ασφάλισης ΟΓΑ.
ε) Κάλυψη του αγροτικού χώρου με βρεφονηπιακούς και παιδικούς σταθμούς, με σκοπό την αποδέσμευση της αγρότισσας μητέρας, ώστε να μπορεί να ασχοληθεί σε παραγωγικές δραστηριότητες.

Δυστυχώς, δεν κατέστη δυνατή η υλοποίηση των προτεινόμενων από την ΠΑΣΕΓΕΣ ειδικών αναλογιστικών μελετών για όλους τους κλάδους και λογαριασμούς του ΟΓΑ, εξαιτίας της άρνησης του Οργανισμού για παροχή των αναγκαίων στοιχείων.
2. Εκπαίδευση – Έρευνα

2.1.Επαγγελματική εκπαίδευση των αγροτών-Νέοι Αγρότες

Η επαγγελματική εκπαίδευση στον αγροτικό χώρο αποτελεί πρώτη προτεραιότητα αλλά και σημαντική επένδυση.

Όπως είναι γνωστό, παρατηρείται σήμερα στη χώρα μας σημαντικό έλλειμμα πληροφόρησης, ενημέρωσης και εκπαίδευσης του αγροτικού πληθυσμού, αλλά κυρίως έλλειμμα αγροτών με ηγετικές ικανότητες που θα αντιλαμβάνονται τις εξελίξεις στον τομέα τους.

Με δεδομένη την έλλειψη στον Ελλαδικό χώρο, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων προσανατολισμένων στην ουσιαστική εκπαίδευση επαγγελματιών αγροτών, κρίνεται απαραίτητη η ίδρυση και λειτουργία σχολής, η οποία θα διαμορφώνει ένα ανθρώπινο δυναμικό, με ικανότητα άμεσης και σε βάθος αντίληψης των γεγονότων και των εξελίξεων και ικανοποιητικής προσαρμογής σε αυτές.

Η διάρκεια της υποχρεωτικής φοίτησης στη σχολή αυτή δε θα πρέπει να είναι μικρότερη των 15 μηνών, εκ των οποίων 3 μήνες θα αφορούν μετεκπαίδευση στο εξωτερικό, ενώ οι υποψήφιοι προς εκπαίδευση θα πρέπει να είναι τουλάχιστον απόφοιτοι λυκείου αλλά και απόφοιτοι Τ.Ε.Ι. και Α.Ε.Ι.

Το πρόγραμμα σπουδών θα πρέπει να κυριαρχείται από μια δυναμική συνύπαρξη θεωρίας και πράξης και να αποσκοπεί στην ανάπτυξη των γνώσεων και δεξιοτήτων των εκπαιδευόμενων, σε αντικείμενα όπως, η αποτελεσματική διαχείριση της γεωργικής εκμετάλλευσης, η ικανοποιητική αντίληψη της λειτουργίας της αγοράς και των αναγκών των καταναλωτών, οι ορθές γεωργικές πρακτικές, η διαχείριση του περιβάλλοντος, η κοστολόγηση, οι αρχές του συνεργατισμού και των συλλογικών δράσεων, η εκμάθηση ξένων γλωσσών, ο χειρισμός ηλεκτρονικών υπολογιστών κ.λ.π.

Οι απόφοιτοι της σχολής θα αποκτούν πτυχίο αγρότη, σύμφωνα με τα ισχύοντα σε αρκετές χώρες της μέλη της ΕΕ (π.χ. πράσινο πιστοποιητικό της Γερμανίας) και θα απολαμβάνουν ευνοϊκής μεταχείρισης και κινήτρων από τα διάφορα χρηματοδοτικά εργαλεία.

Ιδιαίτερη πρόνοια θα πρέπει να ληφθεί, ώστε οι απόφοιτοι της συγκεκριμένης σχολής να υποστηρίζονται σε σημαντικό βαθμό με σκοπό την ίδρυση σύγχρονων γεωργικών εκμεταλλεύσεων (αυξημένη πριμοδότηση α΄ εγκατάστασης) με σκοπό τη σταδιακή ανάπτυξη ενός αξιόλογου παραγωγικού ιστού στην ύπαιθρο.

Οι παραπάνω σχολές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα παροχής υπηρεσιών επιμόρφωσης υψηλού επιπέδου σε ήδη ενεργούς αγρότες, προκειμένου να ανταποκρίνονται στις συνεχώς μεταβαλλόμενες και αυξανόμενες απαιτήσεις της αγοράς.

Η είσοδος στο αγροτικό επάγγελμα αποκλειστικά και μόνο νέων ικανών και ουσιαστικά καταρτισμένων επαγγελματιών, αποτελεί τον απώτερο στόχο των παραπάνω μέτρων.

2.2. Γεωργική έρευνα

Ο σχεδιασμός της έρευνας και της τεχνολογίας θα πρέπει να σχετίζεται άμεσα με τις εξελίξεις και τις προοπτικές του αγροτικού τομέα της χώρας μας.

Σήμερα αποτελεί κοινό τόπο η επιδίωξη για στροφή της ελληνικής γεωργίας από την ποσοτική στην ποιοτική παραγωγή, από τα ανώνυμα προς τα τυποποιημένα, πιστοποιημένα, ασφαλή και επώνυμα προϊόντα, δηλαδή προϊόντα που θα ανταποκρίνονται πλήρως στις ανάγκες και απαιτήσεις της αγοράς και των καταναλωτών.

Όπως είναι γνωστό η ελληνική γεωργία δεν είναι σε θέση να επιτύχει τις οικονομίες κλίμακας και κατά συνέπεια τις χαμηλές τιμές διάθεσης των αγροτικών προϊόντων, που επιτυγχάνουν σήμερα άλλες χώρες. Αντίθετα υπάρχει η δυνατότητα παραγωγής τροφίμων υψηλής διατροφικής και γευστικής αξίας, τα οποία παράγονται σε μικρή κλίμακα και τα οποία έχουν την δυνατότητα κάλυψης των αναγκών της παγκόσμιας αγοράς σε προϊόντα ποιότητας.

Επιπρόσθετα η χώρα μας δεν έχει τη δυνατότητα, ούτε κρίνεται σκόπιμο να εμπλακεί στην παραγωγή γενετικά τροποποιημένων τροφίμων για λόγους που σχετίζονται με την στάση του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας, απέναντι στο συγκεκριμένο θέμα.

Κατά συνέπεια, η έρευνα στη χώρα μας θα πρέπει να κατευθυνθεί προς την παραγωγή γενετικού και πολλαπλασιαστικού υλικού, κατάλληλου για την ανάπτυξη νέων διαφοροποιημένων αλλά και την αναβίωση παραδοσιακών ποικιλιών, υψηλής γευστικής, διατροφικής και εμπορικής αξίας, που απαιτούν χαμηλή κατανάλωση νερού, φιλικών προς το περιβάλλον, με σκοπό την παραγωγή τροφίμων ιδιαίτερα ανταγωνιστικών στην διεθνή αγορά.

Κρίνεται επίσης επιβεβλημένη η ανάπτυξη σε διάφορες περιοχές της χώρας τοπικής εφαρμοσμένης έρευνας (πειραματικές καλλιέργειες μικρής κλίμακας) από Συνεταιριστικούς Φορείς, με την εποπτεία της ΠΑΣΕΓΕΣ, που θα αποσκοπεί στην διερεύνηση των δυνατοτήτων επιτυχούς εφαρμογής νέων καλλιεργειών σε κάθε περιοχή , (είδος καλλιέργειας, τρόπος καλλιέργειας, δυνατότητες προώθησης των παραγόμενων προϊόντων στην αγορά). Το κόστος της παραπάνω έρευνας θα πρέπει να αναληφθεί εξ’ ολοκλήρου από το Υ. Α. Α. &Τ .

Ιδιαίτερα σημαντικά θεωρούνται τέλος, ζητήματα που σχετίζονται τόσο με την αποτύπωση των πραγματικών αναγκών της αγοράς σε ότι αφορά τα αγροτικά προϊόντα (εκπόνηση εξειδικευμένων μελετών έρευνας αγοράς) όσο και με την αποτελεσματική προώθησή τους στα σημεία λιανικής πώλησης.

3.Αγροτική ανάπτυξη

Στα πλαίσια της ανάπτυξης της υπαίθρου που μέσω του Β΄πυλώνα της ΚΑΠ κερδίζει συνεχώς έδαφος σε βάρος του Α΄πυλώνα και η τάση αυτή θα συνεχιστεί και μετά το 2013, η βαρύτητα της γεωργικής και κτηνοτροφικής πτυχής είναι πρωταρχικής σημασίας. Είναι για μας θέμα αρχής ο γεωργοκεντρικός και όχι ο υπαιθροκεντρικός χαρακτήρας ανάπτυξης της υπαίθρου

3.1. Νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες στον χώρο παραγωγή ανταγωνιστικών αγροτικών προϊόντων – δημιουργία εισοδήματος

Η εντεινόμενη και παρατεταμένη κρίση στον αγροτικό τομέα, η συνεχής τάσης αποεπένδυσης του τομέα, η εφαρμογή της νέας αναθεωρημένης ΚΑΠ, η οποία επιβάλλει την εγκατάλειψη πολλών παραδοσιακών καλλιεργειών, η έλλειψη νέων κατάλληλα εκπαιδευμένων επαγγελματιών αγροτών, η υπέρμετρη αύξηση του κόστους παραγωγής αλλά και του διατροφικού ισοζυγίου, επιβάλλουν τη ριζική αναθεώρηση της δομής και της λειτουργίας παραγωγικών εκμεταλλεύσεων στον πρωτογενή τομέα.

Υπάρχει , κατά συνέπεια, επιτακτική ανάγκη για ίδρυση και λειτουργία γεωργικών εκμεταλλεύσεων από νέους αγρότες που θα αντιλαμβάνονται τις εξελίξεις στον χώρο τους και διέπονται από επαγγελματισμό, θα παράγουν προϊόντα πιστοποιημένα υψηλής διατροφικής και γευστικής αξίας, με προσανατολισμό στις ανάγκες και απαιτήσεις της αγοράς.

Η δημιουργία ενός ικανού αριθμού παρόμοιων αγροτικών εκμεταλλεύσεων, δικτυωμένων σε σύγχρονους και ενεργούς συνεταιρισμούς, που θα αξιοποιούν τις νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, είναι δυνατόν να αναστρέψει το σημερινό αρνητικό περιβάλλον στην ύπαιθρο της χώρας και να συμβάλλει τόσο στην επίτευξη της διατροφικής επάρκειας της χώρας μας, όσο και στην οικονομική ανάπτυξη στην Περιφέρεια.

Η παραγωγή με ανταγωνιστικό κόστος διατροφικών προϊόντων προσανατολισμένων στις ανάγκες και απαιτήσεις της αγοράς καθώς και η δημιουργία ικανοποιητικού εισοδήματος για τους έλληνες αγρότες, αποτελεί κατά συνέπεια τον κυρίαρχο στόχο για την επιβίωση και ανάπτυξη του αγροτικού τομέα της χώρας μας.

4. Α.Σ.Ο.

4.1. Νέα δομή των Α.Σ.Ο. – Θεσμικές παρεμβάσεις

Το δίκαιο που διέπει τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, απαιτεί σήμερα, σε ορισμένες του διατάξεις, μεταβολές, οι οποίες υπαγορεύονται από το σύγχρονο τρόπο λειτουργίας των οικονομικών θεσμών.

Αποτελεί κοινό τόπο ότι οι σημερινές συνθήκες της αγοράς επιβάλλουν την ύπαρξη αποτελεσματικότερων και καλύτερα διαρθρωμένων Α.Σ.Ο., που θα λειτουργήσουν σαν ισχυρά εργαλεία παρέμβασης, ώστε να φθάνει το αγροτικό προϊόν από το χωράφι στο ράφι, παρακάμπτοντας τους ενδιάμεσους, προς όφελος των παραγωγών και των καταναλωτών.

Η υπάρχουσα συνεταιριστική δομή διάρθρωσης με τους συνεταιρισμούς γενικού σκοπού έχει ολοκληρώσει σε μεγάλο βαθμό τον κύκλο της ζωής της. Η συνέχιση ύπαρξης ανενεργών συνεταιρισμών (συνεταιρισμοί σφραγίδες) είναι θεσμικά και οικονομικά ανεπίτρεπτη (ανεκμετάλλευτα περιουσιακά στοιχεία) και οδηγεί σε αποπροσανατολισμό του συνεταιριστικού χώρου.

Το κύτταρο της νέας συνεταιριστικής δομής είναι ο πρωτοβάθμιος κλαδικός συνεταιρισμός. Τους σημερινούς συνεταιρισμούς θα πρέπει να διαδεχθούν κλαδικοί συνεταιρισμοί, οι οποίοι θα παράγουν πρωτογενώς, θα μεταποιούν – τυποποιούν και θα εμπορεύονται ένα αγροτικό προϊόν (π.χ. ελαιόλαδο, κρασί, γάλα κ.λ.π.) Σημειώνεται ότι ήδη λειτουργούν σήμερα τέτοιοι κλαδικοί Συνεταιρισμοί με θαυμάσια αποτελέσματα .

Οι παραγωγοί θα δέχονται τεχνική υποστήριξη, πληροφόρηση, εφόδια κ.λ.π. από τον κλαδικό συνεταιρισμό.

Η ανάπτυξη των κλαδικών συνεταιρισμών θα δημιουργήσει συνεταιριστικά δίκτυα διανομής με αναγνωρίσιμα εμπορικά σήματα και εξοπλισμένα με τις κατάλληλες υποδομές, δυνατότητα υλοποίησης προμηθειών σε μεγάλες ποσότητες, γενικότερα δε οικονομίες κλίμακας, οι οποίες θα βελτιώσουν σημαντικά την ανταγωνιστικότητα των νέων Φορέων .

Το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο λειτουργίας ΑΣΟ δηλαδή ο Ν. 2810/2000 θα πρέπει να τροποποιηθεί με σκοπό την αποτελεσματική αντιμετώπιση των σημερινών προβλημάτων και την αυξημένη προσαρμοστικότητα - ευελιξία των φορέων στις ιδιαίτερα ανταγωνιστικές συνθήκες λειτουργίας των αγορών.

Απαιτείται κατά συνέπεια μια νέα θεσμική παρέμβαση, προκειμένου να ολοκληρωθούν οι τροποποιήσεις που επήλθαν με τον Ν. 2810/2000.
Στόχος της παρέμβασης αυτής θα πρέπει να είναι μεταξύ άλλων η καταγραφή των ενεργών συνεταιρισμών, η παροχή της δυνατότητας στις ΕΑΣ να αναδιατάξουν τις δυνάμεις τους βασιζόμενες στα λειτουργούντα συνεταιριστικά υποκείμενα, η ευχέρεια της μετατροπής των ΕΑΣ κλαδικού χαρακτήρα σε πρωτοβάθμιους συνεταιρισμούς καθώς και η πρόβλεψη για αντιπροσώπευση – έκφραση όλων των παραπάνω Φορέων στην ΠΑΣΕΓΕΣ.

Κρίνεται, επίσης αναγκαίο, η άρση των υπερβολικών βαρών-υποθηκών που θα επιβληθεί από Πιστωτικά Ιδρύματα στην ακίνητη περιουσία των Α.Σ.Ο., προκειμένου οι τελευταίες να χρηματοδοτήσουν μέρος του κόστους των μέτρων ανασυγκρότησής τους.

4.2. Συγχωνεύσεις Α.Σ.Ο.

Η μέχρι σήμερα εμπειρία από την εφαρμογή των ισχυουσών νομοθετικών διατάξεων για τις συγχωνεύσεις των ΑΣΟ ήταν ιδιαίτερα αρνητική, δεδομένου ότι το ενδιαφέρον των Συνεταιριστικών Φορέων υπήρξε μηδενικό.
Εκτιμάται ότι θα ήταν δυνατόν να πραγματοποιηθούν μέχρι 25 συγχωνεύσεις ΕΑΣ στη χώρα μας.

Με σκοπό να δημιουργηθούν ουσιαστικά κίνητρα, ώστε να προωθηθούν οι συγχωνεύσεις των ΑΣΟ κάθε βαθμού προτείνονται τα ακόλουθα:

Το ποσό της επιχορήγησης, το οποίο δεν θα είναι το ίδιο σε κάθε περίπτωση συγχώνευσης, θα προκύπτει μέσω ενός αναλυτικού και τεκμηριωμένου επιχειρηματικού σχεδίου, στο οποίο μεταξύ άλλων θα περιλαμβάνονται:
η οργανωτική δομή του νέου φορέα
επενδύσεις για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων του σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις ανάγκες της αγοράς
ανάπτυξη νέων καινοτόμων δράσεων και εφαρμογή Τ.Π.Ε.
ενέργειες εμπορικής δικτύωσης-προώθησης των πωλήσεων
κίνητρα αναδιάρθρωσης-εξειδίκευσης και κατάρτισης του προσωπικού του νέου φορέα
κάλυψη αναγκών σε εξειδικευμένα στελέχη
μεθοδολογία κάλυψης των υποχρεώσεων των προς συγχώνευση φορέων προς ασφαλιστικά ταμεία και το Δημόσιο

Η διαδικασία των συγχωνεύσεων θα πρέπει να συνδυάζεται με ρύθμιση των τυχόν υφισταμένων οφειλών των υπό συγχώνευση ΑΣΟ καθώς επίσης και με επιπρόσθετη ενίσχυση των συγχωνευόμενων Φορέων εφόσον οι τελευταίοι δεν εμφανίζουν οφειλές.
Τα κονδύλια για την κάλυψη των αναγκών συγχώνευσης των ΑΣΟ θα καλύπτονται από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με εγγραφή στον προϋπολογισμό κάθε έτους ειδικού κωδικού.

Το απαιτούμενο ποσό θα καθορίζεται αφού προηγούμενα οριστικοποιηθεί ο αριθμός των προβλεπόμενων συγχωνεύσεων για το συγκεκριμένο έτος καθώς και η αναγκαία δαπάνη.

4.3. Ρυθμίσεις για το πλεονάζον προσωπικό των ΑΣΟ

Όπως είναι γνωστό, αρκετές ΑΣΟ έχουν προβεί τα τελευταία χρόνια σε σημαντική μείωση του προσωπικού τους.
Όμως εξακολουθεί να υφίσταται, ένας αριθμός 600-800 εργαζόμενων ή ποσοστό 15-20% του συνολικά απασχολούμενου σήμερα προσωπικού που πλεονάζει.

Με δεδομένο ότι το προσωπικό των ΑΣΟ πληροί όλες τις προϋποθέσεις, ώστε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Δημόσιου Τομέα προτείνεται η μετάταξη του πλεονάζοντος προσωπικού, που δεν κατοχυρώνει μέχρι 31/12/2012 προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, σε Δημόσιους Φορείς (πχ.ΟΤΑ, Περιφέρειες κλπ) με στόχο την κάλυψη υφιστάμενων επειγουσών αναγκών τους αλλά και την ταυτόχρονη οικονομική ελάφρυνση των ΑΣΟ.

Το πλεονάζον προσωπικό των ΑΣΟ που κατοχυρώνει προϋποθέσεις συνταξιοδότησης μέχρι 31-12-2012 προτείνεται να εντάσσεται μετά από σχετική αίτηση των ενδιαφερομένων σε ειδικά προγράμματα, τα οποία θα υλοποιηθούν με τη συνεργασία του Ελληνικού Δημοσίου και Φορέων της Τ.Α. (κατά αναλογία με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25 του Ν.2738/1999).

4.4. Επίλυση εκκρεμοτήτων με νομοθετικές ρυθμίσεις

Κρίνεται απαραίτητη προκειμένου να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα των ΑΣΟ, η επίλυση μέσω νομοθετικών ρυθμίσεων ορισμένων ζητημάτων που χρονίζουν, όπως παραδείγματος χάριν η κατάργηση της υποχρέωσης των ΑΣΟ να χρησιμοποιούν φορτοεκφορτωτές, η δυνατότητα πώλησης των προϊόντων των ΑΣΟ κάθε βαθμού στις λαϊκές αγορές καθώς και η συμμετοχή της ΠΑΣΕΓΕΣ στην διοίκηση και στις δράσεις του Λ.Α.Ε.Κ.

Γ. Οριζόντια μέτρα ιδιαίτερης σημασίας

1. Διαχείριση των υδάτινων πόρων στον αγροτικό τομέα

Το νερό αποτελεί πηγή ζωής και αναδεικνύεται όλο και περισσότερο σήμερα σαν καθοριστικός παράγοντας διατήρησης και αναβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος. Είναι, επίσης, βασικός και απαραίτητος συντελεστής παραγωγής στον αγροτικό χώρο. Κατά συνέπεια, η ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων στον αγροτικό τομέα αποτελεί προϋπόθεση για την ύπαρξη και ανάπτυξη του αγροτικού τομέα στη χώρα μας.

Η Ελλάδα κατέχει τη δεύτερη θέση στην παγκόσμια κατανάλωση νερού ανά κάτοικο μετά τις ΗΠΑ. Το γεγονός οφείλεται στην κακοδιαχείριση των υδάτινων πόρων και στην ανυπαρξία συνεπούς υδατικής πολιτικής, παρά την εναρμόνιση της χώρας με τη σχετική κοινοτική νομοθεσία (Οδηγία 2000/60/ΕΚ).

Η σταδιακή εξάντληση των επιφανειακών πηγών νερού οδηγεί στην εντατικοποίηση της υπεδάφιας άντλησης, η οποία με την σειρά της δημιουργεί θαλάσσια διείσδυση και κατά συνέπεια την εμφάνιση του φαινομένου της υφαλμύρωσης.
Η διάβρωση και η αλάτωση των εδαφών αποτελούν τις κυριότερες διεργασίες για την εμφάνιση του φαινομένου της ερημοποίησης, από το οποίο απειλείται άμεσα το 35% της επικράτειας.

Με βάση τα παραπάνω απαιτείται η εφαρμογή και η συμπλήρωση της υφιστάμενης νομοθεσίας με σκοπό την εξοικονόμηση του νερού με τρόπο στοχευμένο και συστηματικό.

Τονίζεται, ότι η ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων δεν θα πρέπει να περιορίζεται στις περιοχές με ελλειμματικό υδατικό ισοζύγιο αλλά και σε εκείνες όπου υπάρχει επάρκεια νερού, δεδομένου ότι τυχόν εφαρμογή αναχρονιστικών μεθόδων άρδευσης στις τελευταίες οδηγεί όχι μόνο σε κατασπατάληση ενός πολύτιμου φυσικού πόρου αλλά και τελικά στην ερημοποίησή τους.

Στο πλαίσιο αυτό, η ορθολογική διαχείριση των υδάτινων πόρων και κύρια του αρδευτικού νερού πρέπει να στοχεύει στη διαχείριση της ζήτησης μέσω:
της εξοικονόμησης νερού τοπικά
της αύξησης της προσφοράς νερού από άλλα πλεονασματικά διαμερίσματα
της υλοποίησης μεγάλων επενδύσεων για την κατασκευή νέων αλλά και την συντήρηση και αναβάθμιση των υφιστάμενων υποδομών (αρδευτικά δίκτυα, φράγματα, λιμνοδεξαμενές κλπ.) με βάση ένα συνολικό προγραμματικό σχέδιο και συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα
της παροχής κινήτρων στους παραγωγούς για τη χρησιμοποίηση σύγχρονων αρδευτικών πρακτικών και συστημάτων, που περιορίζουν την κατανάλωση νερού

Η βιώσιμη διαχείριση των υδατικών πόρων, επιβάλει τη λήψη αποφάσεων τοπικά, δηλαδή σε επίπεδα υδατικού διαμερίσματος από τους αντίστοιχους Ενιαίους Φορείς Διαχείρισης των τοπικών Υδάτων.

Οι φορείς αυτοί θα πρέπει να επικεντρώνονται στο σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός ενιαίου μοντέλου διαχείρισης του νερού σε επίπεδο υδατικού διαμερίσματος, με ιδιαίτερη έμφαση στη διαχείριση του αρδευτικού νερού, με βιώσιμο τρόπο και εφαρμογή των κατάλληλων ανταποδοτικών κριτηρίων.
Κατά συνέπεια, η δράση των Φορέων διαχείρισης θα περιλαμβάνει την καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης προσφοράς και ζήτησης νερού στην περιοχή τους, το σχεδιασμό μέτρων εξοικονόμησης νερού, την επιλογή των καταλληλότερων έργων υποδομής για τη μεσομακροπρόθεσμη εξισορρόπηση της προσφοράς και ζήτησης νερού και την υλοποίηση των αποφάσεων που θα έχουν ληφθεί σε τοπικό επίπεδο.

Η τιμολόγηση της χρήσης αρδευτικού νερού από τους αγρότες, προϋποθέτει την ύπαρξη της απαραίτητης υποδομής (σύγχρονα συλλογικά αρδευτικά δίκτυα) μέσω της οποίας θα οδηγείται αυτό μέχρι τον αγρό.

Επισημαίνεται ότι η ΠΑΣΕΓΕΣ έχει αναθέσει στο ΙΝΑΣΟ την εκπόνηση αναλυτικής μελέτης σχετικής με την διαχείριση των υδάτινων πόρων στον αγροτικό τομέα. Η μελέτη αυτή πρόκειται να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2009 και θα περιλαμβάνει συγκεκριμένα άμεσα αλλά και μακροπρόθεσμα μέτρα και δράσεις για την αντιμετώπιση του όλου θέματος.

2. Πολιτική γης (χρήσεις γης)

Η οργάνωση και ανάπτυξη του αγροτικού χώρου, που αποτελεί σημαντικό ποσοστό του χερσαίου εθνικού χώρου, απαιτεί χωρικές πολιτικές που στοχεύουν στη διατήρηση του σημερινού ποσοστού αγροτικής γης και στην περιβαλλοντική προστασία της ως σπάνιου, πολύτιμου αγαθού.
Η διασφάλιση του περιβαλλοντικού χαρακτήρα της αγροτικής γης από την πίεση αλλαγών χρήσης, προϋποθέτει τη θεσμική κατοχύρωση και την προστασία της γεωργικής γης υψηλής παραγωγικότητας, αλλά και εκείνης των περιαστικών αγροτικών περιοχών και των ζωνών κατά μήκος των αξόνων ανάπτυξης.

Σύμφωνα με έγκυρους αναλυτές αναμένεται την προσεχή περίοδο – και μετά το 2013, σημαντική αύξηση της ζήτησης τροφίμων και περιορισμός των διαθέσιμων καλλιεργούμενων εκτάσεων, με αποτέλεσμα να τίθεται και στην Ε.Ε. ζήτημα διατροφικής ασφάλειας και παραγωγικής ικανότητας του γεωργικού παραγωγικού συστήματος για τη σταθερή και ασφαλή προμήθεια τροφίμων. Το γεγονός αυτό και μόνο αυτό θέτει ως προτεραιότητα, περισσότερο από ποτέ αναγκαία, την προστασία της παραγωγικής γεωργικής και κτηνοτροφικής γης.

Ο σαφής καθορισμός δηλαδή η χωροθέτηση των χρήσεων γης στη χώρα μας, προτείνεται να εφαρμοστεί σύμφωνα με τις παραπάνω ανάγκες και προϋποθέσεις, προκειμένου να οριοθετηθεί πλήρως αλλά και να προστατευθεί ικανοποιητικά η αγροτική, κτηνοτροφική και δασική γη.

Με δεδομένο, ότι η γη αποτελεί για τον κατά κύριο επάγγελμα αγρότη την απαραίτητη και βασική προϋπόθεση για την άσκηση της δραστηριότητάς του είναι, προφανές ότι η αγορά ή η ενοικίαση της αγροτικής γης συνιστά επενδυτική κίνηση κατ΄ αντιστοιχία με την κατασκευή μιας ξενοδοχειακής μονάδας από έναν ξενοδόχο ή την κατασκευή ενός βιομηχανοστασίου από έναν βιοτέχνη ή βιομήχανο.

Κατά συνέπεια και κατ’ αναλογία με τα ισχύοντα στον επενδυτικό νόμο (Ν. 3299/2004) κρίνεται αναγκαία η επιδότηση αποκλειστικά και μόνο των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών για την αγορά ή και μακροχρόνια μίσθωση πρόσθετων αγροτικών εκτάσεων, προκειμένου να επιτευχθούν οικονομίες κλίμακας και μείωση του κόστους παραγωγής. Το ύψος της επιδότησης μπορεί να καθορισθεί κατ’ αντιστοιχία με τα ισχύοντα ποσοστά επιχορήγησης του Ν. 3299/2004, σύμφωνα με τις ανάγκες και ιδιαιτερότητες της κάθε περιοχής στης χώρας (περιοχές ορεινές, περιφέρειες α ή β στόχου σύγκλισης κλπ.) και του κάθε αγροτικού προϊόντος.

Η πολιτική της επιδότησης των αγροτών με σκοπό την μεγέθυνση του κλήρου, θα ήταν δυνατόν να υλοποιηθεί και μέσω της αγοράς από την «ΑΓΡΟΓΗ ΑΕ» σημαντικών αδρανών αγροτικών εκτάσεων σε διάφορες περιοχές της χώρας και της παραχώρησής τους στη συνέχεια με σημαντικά χαμηλότερο τίμημα για αξιοποίησή τους από τους κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.

Απαραίτητη προϋπόθεση της επιτυχούς εφαρμογής του παραπάνω μέτρου, αποτελεί ικανή χρηματοδότηση της «ΑΓΡΟΓΗ Α.Ε.» από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Η δέσμη των παραπάνω μέτρων θα πρέπει να συνδυασθεί με θεσμοθέτηση αντικινήτρων, σε περιπτώσεις όπου για διάφορους λόγους η αγροτική γη έχει εγκαταλειφθεί και δεν καλλιεργείται σε συμφωνία με τις διατάξεις του Συντάγματος και σε αναλογία με τα ισχύοντα στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες.
Τέλος θα πρέπει να ληφθούν μέτρα αποτροπής της αγοράς αγροτικής γης από ενδιαφερόμενους που δεν είναι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες.

Ενδεικτικά, προτείνεται η εφαρμογή ειδικού περιβαλλοντικού τέλους στους ιδιοκτήτες αγροτικής γης που δεν την καλλιεργούν δεδομένης και της περιβαλλοντικής υποβάθμισης που επέρχεται αρκετές φορές στις περιπτώσεις αυτές.

3. Επενδύσεις

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται συνεχής πτώση των επενδύσεων στον πρωτογενή τομέα, που λαμβάνει τα χαρακτηριστικά αποεπένδυσης. Σύμφωνα με μελέτη του ΚΕΠΕ, η αποεπένδυση στον πρωτογενή τομέα είναι της τάξης του 2,5% σε ετήσια βάση.

Η πρόσφατη οικονομική κρίση ενέτεινε τα ήδη οξυμμένα προβλήματα στον αγροτικό τομέα. Κατά συνέπεια κρίνεται απαραίτητη η ουσιαστική ενίσχυση των επενδύσεων των αγροτών και των Φορέων τους, είτε μέσω της εξασφάλισης πρόσβασης των επενδυτικών αιτημάτων τους σε όλα τα υφιστάμενα χρηματοδοτικά εργαλεία, είτε μέσω ριζικής αναδιάρθρωσης του Π.Α.Α. 2007-2013 και της διοχέτευσης του συνόλου των πόρων του στην κάλυψη των αναγκών των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και των Φορέων τους.
Το ΠΑΑ 2007-2013 θα πρέπει να αναθεωρηθεί πλήρως, ώστε το 80% των πόρων του να καλύπτει άμεσα και αποτελεσματικά τις ανάγκες της γεωργίας και κτηνοτροφίας της χώρας μας.

Υπενθυμίζεται ότι το σύνολο των πόρων για την αγροτική ανάπτυξη κατά τη Δ΄ Προγραμματική Περίοδο είναι μειωμένο σε σχέση με το αντίστοιχο του Γ΄ Κ.Π.Σ.
Μέτρα προώθησης των επενδύσεων στον αγροτικό χώρο

Καθορισμός του ύψους της ιδίας συμμετοχής σε επιχορηγούμενα εθνικά και κοινοτικά προγράμματα (π.χ. Ν 3299/2004, ΠΑΑ 2007-2013 κλπ) των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και των φορέων τους σε 15%, δεδομένου ότι οι τελευταίοι δεν διαθέτουν τα περιθώρια ευελιξίας των ιδιωτών επενδυτών….

Η τεκμηρίωση της ύπαρξης της αναγκαίας ιδίας συμμετοχής σε επενδυτικά προγράμματα Φορέων του Ν. 2810/2000 θα είναι δυνατόν να αποδεικνύεται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσής τους, σύμφωνα με την οποία τα μέλη δεσμεύονται για την καταβολή του προβλεπόμενου ποσού.

Πρόβλεψη τόσο στον Ν. 3299/2004, όσο και στο ΠΑΑ 2007-2013, ίδρυσης σειράς σύγχρονων αποθηκευτικών χώρων για δημητριακά, που θα καλύψουν τις ανάγκες των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών και των φορέων τους, στις περιοχές όπου τεκμηριωμένα υφίσταται ανεπαρκής χωρητικότητα αποθήκευσης μετά από απόφαση της οικείας Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης.

Πρόβλεψη τόσο στον Ν. 3299/2004 όσο και στο ΠΑΑ 2007-2013 ίδρυσης σειράς σύγχρονων διαμετακομιστικών αλλά και εμπορικών κέντρων για τις ΑΣΟ προκειμένου να διευκολυνθεί η διείσδυση των προϊόντων τους στις αγορές και στον τελικό καταναλωτή.

Πρόβλεψη ειδικού επιχορηγούμενου προγράμματος ίδρυσης σε Πανελλαδικό επίπεδο ικανού αριθμού εργαστηρίων ελέγχου υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων σε αγροτικά προϊόντα καθώς και εργαστηρίων ελέγχου της ποιότητας των ζωοτροφών.

Προώθηση των επενδύσεων του αγροτικού τομέα για παραγωγή ενέργειας με αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών, όπως η εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων η ανάπτυξη των ενεργειακών καλλιεργειών με την εμπορική εφαρμογή των πρόσφατων τεχνολογιών παραγωγής βιοκαυσίμων, οι εγκαταστάσεις παραγωγής βιοαερίου, η αξιοποίηση των δασικών και αγροτικών υπολειμμάτων – παραπροϊόντων για παραγωγή ενέργειας κ.λ.π.

Αυτή είναι η ολοκληρωμένη μας πρόταση για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στον αγροτικό τομέα αλλά και μιας μακροπρόθεσμης προοπτικής.

Με αίσθημα ευθύνης έναντι του αδύναμου κρίκου της αλυσίδας που είναι οι Έλληνες αγρότες την καταθέτουμε δημόσια και δηλώνουμε ότι θα την υποστηρίξουμε μ’ όλες μας τις δυνάμεις ασκώντας την ανάλογη πίεση τόσο έναντι της Κυβέρνησης όσο και των υπόλοιπων κομμάτων για άντληση δεσμεύσεων για την υλοποίησή της. Κατά την γνώμη μας είναι η μόνη πρόταση που οδηγεί στην έξοδο από το τούνελ. Όπως βρέθηκαν τα χρήματα για τις τράπεζες, έτσι μπορεί και πρέπει να βρεθούν τα ελάχιστα απαιτούμενα χρήματα για την υλοποίηση της πρότασής μας και την αντιμετώπιση της κρίσης στον αγροτικό τομέα. Η ΠΑΣΕΓΕΣ θα συμπαρασταθεί ενεργά σε όποιες κινητοποιήσεις αγροτών στοχεύουν στην έξοδο από την κρίση και είμαστε πρόθυμοι να συζητήσουμε την πρότασή μας με οποιονδήποτε αρμόδιο ευαισθητοποιηθεί σε κυβερνητικό επίπεδο ή σε επίπεδο πολιτικών κομμάτων.

Share on Google Plus

About kalimerisnikos

Author Details